Members

"ΜΕΣΤΗ ΠΟΙΗΣΗ ΑΥΘΕΝΤΙΚΟΥ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ ΙΔΙΩΜΑΤΟΣ"


Η φιλόλογος-συγγραφέας Χρυσόθεμις Χατζηπαναγή γράφει στον Φιλελεύθερο 9.04.25 για το "Λαλ- Γνωστοποίηση Πένθιμου Γεγονότος" Εκδόσεις Κουκκίδα, 2022, του Γιώργου Χριστοδουλίδη




Ο ποιητικός λόγος του Γιώργου Χριστοδουλίδη, όπως συγκεφαλαιωτικά αποτυπώνεται στην ένατη συλλογή του υπό τον εύηχο τίτλο Λαλ, θα μπορούσε να προσλάβει ποικιλώνυμους προσδιορισμούς: επινοητικά ευρηματικός μυθοπλαστικών αφηγήσεων είτε αποκαλυπτικών απομυθοποιήσεων, ανατρεπτικά ασύμβατος συστημικών συμβάσεων ή δυστοπικών κοινοτυπιών, ρητά παρωδιακός παιγνιώδους πρόκλησης και υπόρρητα ειρωνικός της ψευδεπίγραφης ανθρώπινης συνθήκης, σκηνοθετικά επίσης παραστατικός, χωρίς όμως υποκριτικούς θεατρινισμούς, επιτηδευμένες σοφιστείες και ματαιόδοξες αλαζονικές κενολογίες. Απεναντίας, στοιχειοθετεί μια μεστή ποίηση αυθεντικού προσωπικού ιδιώματος και πηγαίας ευφυούς ιθαγένειας, αισθαντικής δημιουργικής ενόρασης και οραματικής προσδοκίας για έναν πανανθρώπινο κόσμο ανθρωπιστικής αναγέννησης όχι με τον ιστορικό όρο αλλά τη μεθιστορική ανασημασιοδότησή του. Εξ ου και συνιστά πολυσημία νοηματικών προσεγγίσεων και πολυεπίπεδων οπτικών προεκτάσεων. Καθώς ο ίδιος ο ποιητής κατευθύνει το πολυμήχανο βλέμμα του πολυεστιακού του αισθητηρίου από την επιφάνεια της καθημερινής πραγματικότητας μέχρι το βάθος των υπαρξιακών αναζητήσεων και έως τη μεταρσίωση των υπεραισθητών ανατάσεων, κατ’ αναλογίαν ο επαρκής κριτικός αναγνώστης καλείται να ανακαλύψει κρυπτικές πτυχές οξύμωρων αινιγμών ή καταγγελτικών ενίοτε συνδηλώσεων και αθέατες όψεις του ποιητικού του σύμπαντος, αποκωδικοποιώντας τα σήματα των πολυδιάστατων διαδρομών και ερμηνεύοντας την αλληγορία πολυσχιδών μηνυμάτων. Προσφυής η επισήμανση του Ρολάν Μπαρτ: «Το βιβλίο είναι ένας κόσμος και ο κριτικός βρίσκεται μπροστά στο βιβλίο σε θέση παρόμοια με εκείνη του συγγραφέως ενώπιον του κόσμου».


Στη δική μας ανάγνωση και ακροθιγώς επιλεκτική αποτίμηση ορισμένων από τα 52 ποιήματα, ως προς τα σημαινόμενα της θεματικής τους και τον οιονεί ελεγειακό υπότιτλο της παρούσας συγκομιδής του βραβευμένου και πολυμεταφρασμένου ποιητή, προτάσσουμε τα διαφωτιστικά σχόλια σε μια του συνέντευξή: «Δεν ορίζω εκ των προτέρων θεματικές· τις ορίζει η όποια γνησιότητα της ενόρασής μου. Είναι βέβαια ποιήματα που γεννήθηκαν στην πανδημία, άρα κάποια συνομιλούν μαζί της, ποιήματα ελεγειακά για τη σπαρακτική κραυγή τής σε εξέλιξη περιβαλλοντικής συμφοράς, αλλά και ποιήματα που διερευνούν αρχέγονα ζητήματα, όπως αν μπορεί ο ακτοφύλακας να ενταφιάσει ένα περιστρεφόμενο κομμάτι λάμψης από τον φάρο για να το ξανανάψει αργότερα, τι συμβαίνει όταν στέλνεις τα χέρια σου να σου φέρουν την αφή της, καθώς και αν εκείνοι που στοίβαξαν βουνά το ένα πάνω στο άλλο, για να αγγίξουν τον ουρανό, εν τέλει τα κατάφεραν. Η αίσθησή μου είναι ότι πορευόμαστε προς ένα μετα-αποκαλυπτικό μέλλον. Η τρομαχτική οικουμενικότητα αυτής της διαπίστωσης προσδίδει στην ποίησή μου μια πιο μυστηριακή πανανθρώπινη διάσταση».


Τεκμηριωτική των εκ προοιμίου αναφορών για την ιδιοπροσωπία της νοήμονος αυτής γραφής και του ως άνω προϊδεασμού η αυτούσια παράθεση δείγματος χάριν του πρώτου ποιήματος «Ο ακτοφύλακας επιστρέφει» στην καλαίσθητη έκδοση του βιβλίου: «Όταν ανακάλυψα ότι υπάρχει η γλώσσα/ άρχισα να μαθαίνω ωραίες λέξεις/ έμαθα πολλές/ όμως δεν βρήκα ανθρώπους να τους τις φορέσω/ κατ’ ακρίβεια βρήκα λίγους/ όπως τον Λαλ/ πολύ λιγότερες από τις ωραίες λέξεις/ όσες περίσσεψαν/ τις φύλαξα μέσα σε ποιήματα/ όπως φυλάνε σε χάρτινες θήκες/ οι συλλέκτες τα παστωμένα γαρύφαλλα/ ή ο ακτοφύλακας στο σκοτάδι/ επιστρέφοντας/ ενταφιάζει ένα περιστρεφόμενο κομμάτι λάμψης/ από τον φάρο μέσα του/ για να το ανάψει αργότερα.».


Ο Λαλ, το ποιητικό υποκείμενο θα λέγαμε ή σε αυτοαναφορική ταυτοσημία το alter ego του ποιητή, αναστοχάζεται την επίπονη λειτουργία της ποίησης, όπως εμφαίνει η ενδοδιακειμενική μέθεξη της διαλεκτικής του με άλλα ποιήματα. Η μνήμη μέσα σε έμφορτες «εφεδρείες της γλώσσας» τα εμποτίζει με κατακλυσμούς δακρύων («Η ποίηση καταστρέφει τα παπούτσια μου»). Είναι οι «κρυμμένες μελωδίες» σε «γη αδιαμόρφωτη», «-που γράφονταν αργότερα ως ποίηση-» («Οι μελωδικοί»). Είναι τα «Λόγια που εκτείνονταν πέρα από το σήμερα/ σε μυστικές εσοχές του αύριο» («Ο μυστικός χώρος). Αλλά και έτερο πλησίστιο ποίημα ποιητικής αφηγείται την ευφάνταστη παραβολική πλην εύληπτη ιστορία του, που επιγράφεται «Η γενοκτονία των λέξεων». Ήταν «σε έναν κόσμο που τις μισούσε» «λέξεις τρυφερές που καταπράυναν την τραχύτητα/ που ήταν προορισμένες να μιλήσουν για στοργή», εντούτοις των δολοφονημένων λέξεων από «τη βαρβαρότητα/ την εχθρότητα/ τη δολιότητα» πήραν εκδίκηση οι συνώνυμές τους και «άρχισαν και πάλι να σημαίνουν», διαμηνύει ο ποιητής. Σε παρεμφερές ένσαρκο μεταφορικό συμβολισμό διαβεβαιώνει τη θανάτωση του θανάτου, επικαλούμενος την καταξίωση της ζωής μέσα από τη συνέχισή της: «έχω στήσει στον θάνατο ένα έξυπνο κόλπο/ μετακομίζοντας τη ζωή μου/ λίγο πιο πέρα στα παιδιά μου». Είναι σ’ αυτά τα παιδιά, που μεγαλώνοντας μαζί τους, ομολογεί την αδυναμία του να τους δώσει σαφείς απαντήσεις στις απορίες τους, όπως «γιατί δεν μπορούμε να πάμε στον/ Πενταδάκτυλο;/ γιατί μπορούμε αλλά δεν πάμε στον Πενταδάκτυλο;». Για να συμπεράνει αντιφατικά ότι η απορία είναι η απαρχή της σοφίας, όχι μόνο από φιλοσοφική αλλά και πολιτική άποψη, τοσούτω μάλλον στο αναπάντητο Κυπριακό πρόβλημα.


Σε άλλη εκδοχή της ομορφιάς και του θαύματος της ζωής ανήκει και «μια γυναίκα στην Piazza del Popolo» του ομώνυμου ποιήματος, που θηλάζει το νεογνό της. Το θαύμα προσέτι, που προσωποποιείται στον Λαλ, καθότι νοιώθει ευτυχισμένος απαξιώνοντας τα πρόσκαιρα φαινόμενα, αλλά και είναι δυστυχισμένος, συνειδητοποιώντας τον βίο αβίωτο της βάρβαρης σκληρότητας, καλώντας μας να σκεφτούμε «αυτό το τυραννικό θαύμα» του αντίστοιχου αντινομικού ποιήματος. Επί πλέον, η δυστυχία επιχωριάζει στα «σχήματα της απουσίας», που επιγραμματικά εξαγγέλλει ένα ολιγόστιχο ποίημα, το οποίο θα μπορούσε να αντικατασταθεί με τον εννοιολογικά ομοούσιο τίτλο «Οι κούφιοι άνθρωποι» του T.S. Eliot.

Σε παραμυθική αντίθεση την ευτυχία του ο ποιητής αντλεί από τη δύναμη, την αυτάρκεια και «τη μυστική ζωή των δέντρων», κατ’ εικόνα ακόμη και ομοίωση με «Το περιστέρι που μιλά» στο ακροτελεύτιο ποίημα της συλλογής. Ενδεικτική η σημειωτική αναφορά στην ποίηση και την ποιητική του σημαντικού μας ποιητή Γιώργου Χριστοδουλίδη.

Σχόλια

ΔΗΜΟΦΙΛΕΙΣ ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ