Members

ΚΡΑΤΙΚΑ ΒΡΑΒΕΙΑ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ: Ο ΒΑΣΙΛΙΑΣ ΕΙΝΑΙ ΓΥΜΝΟΣ

Ένα γνωστό και σύνηθες φαινόμενο της ψευδοδημοκρατίας μας είναι, δυστυχώς, η έντονη αντίδραση του κυρίαρχου Συστήματος σε οποιαδήποτε αυθόρμητη και, κυρίως, ελεύθερη κίνηση ή έκφραση. Κι αυτό γιατί το Σύστημα επιμένει με πείσμα να αναπαράγει και να συντηρεί την αυτοεικόνα και τη δομή του πάση θυσία, διαστρεβλώνοντας και ισοπεδώνοντας, χωρίς κανένα ενδοιασμό, οποιαδήποτε ειλικρινή και δημοκρατική θέση ή αντίθεση, χαρακτηρίζοντάς την σκοπίμως ως συμφεροντολογική, μεμονωμένη, αβάσιμη, συμπτωματολογική. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, η συμπτωματολογική πρόσληψη της παρρησίας (ότι δήθεν δεν λέει την αλήθεια, ότι εκφράζει ως σύμπτωμα την ιδιαιτερότητα και τα άρρητα σύνδρομα, π.χ. την εσωτερικευμένη απόρριψη του ομιλητή) λειτουργεί θεραπευτικά, εν προκειμένω, για την πληγωμένη μυθολογία του κυρίαρχου. Η αστυνομία, με άλλα λόγια, δεν δέρνεται· το Υπουργείο δεν αμφισβητείται.
Η τεχνοκρατική και διαστρεβλωτική,
λοιπόν, απάντηση των Πολιτιστικών Υπηρεσιών στη δήλωσή μας κατά του τρόπου λειτουργίας του θεσμού των κρατικών βραβείων λογοτεχνίας, ήταν, ως εκ τούτου, αναμενόμενη και απέδειξε, δυστυχώς, για ακόμη μια φορά ότι το Σύστημα δεν εστιάζει στον δημοκρατικό διάλογο, την εξυγίανση και τον εκσυγχρονισμό, αλλά στρέφεται με μένος κατά των ελεύθερων φωνών και ανθρώπων που καταθέτουν ότι ο βασιλιάς περιφέρεται στους δρόμους ολόγυμνος. Εν τοιαύτη περιπτώσει, το αόρατο και πανίσχυρο ένδυμα του βασιλιά είναι το ίδιο το Σύστημα, το οποίο θερίζει σαν στάχυα όσους ανυπότακτους σπάζουν τη σιωπή και αρθρώνουν ελεύθερη, κριτική σκέψη.
Πιο συγκεκριμένα, οι Πολιτιστικές Υπηρεσίες κάμνουν ότι εξιππάστηκαν, ότι εππέσαν που τα σύννεφα, ότι εν εξανακούστηκεν ποττέ, τέλος πάντων, ότι ο θεσμός των κρατικών βραβείων λογοτεχνίας νοσεί. Κι αυτό γιατί, σύμφωνα με αυτές, όλα στον θεσμό λειτουργούν τέλεια, όλα πηγαίνουν πρίμα, όλα είναι αρμονικά πλασμένα και ιδανικά, εκτός φυσικά από τέσσερεις βέβηλους, φιλόδοξους και υπερφίαλους αιρετικούς που φωνάζουν έξω από τα τείχη, δημιουργώντας «ένα θλιβερό πνευματικό σκηνικό [καρκασιαλλίκκιν] που δεν υποβοηθεί τον ίδιο τον θεσμό» ούτε «προωθεί ένα γόνιμο διάλογο» για το θέμα. Η πιο πάνω θέση καταδεικνύει, κατά την άποψή μας, περίτρανα ότι οι Πολιτιστικές Υπηρεσίες δεν επιθυμούν στην πραγματικότητα ένα δημοκρατικό διάλογο για τον εκσυγχρονισμό του κρατικού θεσμού των λογοτεχνικών βραβείων. Αντίθετα, επιθυμούν το στρουθοκαμηλίζειν και το κραυγάζειν «Ζήτω ο Βασιλιάς» για ευνόητους λόγους.
Η δε κροκοδείλια επίκλησή τους για «γόνιμο διάλογο» ως ρυθμιστικού ιδεώδους, δεν επιδιώκει στην πραγματικότητα τίποτε άλλο παρά να διασφαλίσει τη δική τους κατεστημένη οπτική έναντι, φυσικά, κάθε καινούριου λόγου που εκφράζει διαφωνία και επανακαθορίζει την έννοια του διαλόγου ως αγώνος. Ο διάλογος, με άλλα λόγια, που επιδιώκουμε στο συγκεκριμένο ζήτημα δεν είναι με κανένα τρόπο αναπαραγωγικός ή δουλοπρεπής, όπως, ίσως, θα ήθελαν οι αρμόδιοι. Αντίθετα είναι αγωνιστικός, παράγει διάκενα μέσα στα οποία μπορεί να αναπνέει η διεκδίκηση για το καινούργιο· επιφέρει, τέλος, ρωγμές στην ολοποιητική και μονοπωλιακή ρύθμιση του κατεστημένου νοήματος, για να μπορέσει, επιτέλους, να ανανεωθεί η συζήτηση και να φωτιστεί διαφορετικά το θέμα. Ο «γόνιμος διάλογος», από την άλλη, που δήθεν επικαλούνται οι Πολιτιστικές Υπηρεσίες αποτελεί στην πραγματικότητα ένα οξύμωρο ιδεολόγημα της ποιμαντορικής εξουσίας, με το οποίο επιχειρείται η δαιμονοποίηση της γόνιμης παρέκκλισης ως μιαρούς απόκλισης και κατ’ επέκταση η παρεμπόδιση της αλλαγής και ο ευνουχισμός του καινούριου.
Όπως είναι γνωστό, εξάλλου, απαραίτητη προϋπόθεση για έναν υγιή διάλογο γύρω από το φλέγον ζήτημα του εκσυγχρονισμού του θεσμού των κρατικών βραβείων λογοτεχνίας είναι πρώτα ο εντοπισμός και η παραδοχή του όποιου προβλήματος ή δυσλειτουργίας του. Εμείς με παρρησία το πράξαμε αυτό. Πώς, λοιπόν, οι Πολιτιστικές Υπηρεσίες προσποιούνται από τη μια ότι δήθεν προσδοκούν ένα δημοκρατικό διάλογο, ενώ από την άλλη όχι μόνο δεν παραδέχονται, αλλά αποκρύβουν σκοπίμως τα κακώς έχοντα του συγκεκριμένου θεσμού; Το πιο πάνω ατόπημα εγκλωβίζει, κατά τη γνώμη μας, τους αρμοδίους σε σοφιστικές αντιφάσεις, καθώς διαιωνίζει εν τέλει την απαράδεκτη στάση τους να αντιμετωπίζουν τον συγκεκριμένο θεσμό εξουσιαστικά, ως το ‘χωραφούιν’ τους ‘τζαι σε όποιον αρέσκει ρε κοπέλια…’. Και, βέβαια, τα λεκτικά πυροτεχνήματα, καθώς και η τεχνοκρατική και απρόσωπη ορολογία που χρησιμοποιούν για να δικαιολογήσουν τα αδικαιολόγητα δεν αποδεικνύει τίποτε άλλο εκτός από το ότι και οι ίδιες αποτελούν μέρος του προβλήματος. Έτσι λοιπόν, αφού όλα σύμφωνα με αυτούς βαίνουν καλώς, αφού όλα σχετικά με τον θεσμόν τους ‘πάσιν ρολόιν’, το μόνο πρόβλημα είναι, φυσικά, η λόξα τεσσάρων λογοτεχνών, οι οποίοι ‘ήρταν ακάλεστοι’ και αντιδρούν με «ανυπόστατους, αυθαίρετους ισχυρισμούς» και προπαντός «με ανειλικρινείς προθέσεις», γιατί δεν πήραν, τελικώς, βραβείο.
Το θέμα, λοιπόν, του timing, τού «Γιατί τώρα;». «Επειδή δεν το πήρατε;» (η «εύλογη» υπόνοια) που τίθεται πονηρά, αποτελεί και πάλι apriori ψευδοζήτημα, το οποίο επιχειρεί να συσκοτίσει παρά να φωτίσει το όλο θέμα. Μα, άλλες φορές το πήραμε, και άλλες φορές πάλι δεν το πήραμε! Άρα! Εξάλλου, με την προηγούμενη δήλωσή μας, αυτοαποκλειστήκαμε στο διηνεκές  από τις βραβεύσεις, προφανώς, γιατί δεν μας ενδιαφέρουν έτσι όπως προκύπτουν και γιατί δεν είναι αυτό, τελικά, το ζητούμενο. Απλούστατα, το timing το έφερε η συγκυρία και ο χρόνος, μέσα από την κατά συρροήν συσσώρευση των ειδεχθών κρουσμάτων μιας νοσηρής κατάστασης στην καρδιά του δημόσιου θεσμού. Το ουσιαστικό ερώτημα, αντίθετα, που έπρεπε να τεθεί, είναι το εξής: γιατί έως τώρα δεν έχει εγερθεί από κανέναν – θεσμό, φορέα ή άτομο, συλλογικά, δημόσια και συγκροτημένα – το μείζον ζήτημα της δυσλειτουργίας του θεσμού των λογοτεχνικών βραβείων, ενώ θα έπρεπε, αφού όλοι οι παροικούντες τη ‘λογοτεχνική’ Ιερουσαλήμ γνωρίζουν πως κάτι σάπιο υπάρχει στο βασίλειο της Δανιμαρκίας; Μήπως, άραγε, επειδή οι συγκεκριμένοι (εμείς δηλαδή), δεν ενδιαφέρονται για τις προσωπικές τους βραβεύσεις; Αν θα είμαστε, λοιπόν, υπόλογοι για κάτι, ας είμαστε γι’ αυτό.
Απολογούμαστε, επίσης, στις Πολιτιστικές Υπηρεσίες που δεν τεκμηριώνουμε με αδιάσειστα στοιχεία τα όσα λέγονται πίσω από τους τέσσερεις τοίχους των συνεδριών της επιτροπής των κρατικών βραβείων λογοτεχνίας. Δεν έχουμε προμηθευτεί με κοριούς και είμαστε όλοι λιγάκι μεγαλόσωμοι για να κρυφτούμε πίσω από κουρτίνες. Είναι ηλίου φαεινότερο, ωστόσο, ότι η κάθε επιτροπή κρίνεται, πρωτίστως, από τα αποτελέσματα που ανακοινώνει, τα οποία, όπως έχουμε επισημάνει στην προηγούμενη δήλωσή μας επιθέτουν μια θεσμική βράβευση σε μέτρια, τις περισσότερες φορές, ή ακόμη και χαμηλής αισθητικής στάθμης λογοτεχνικά έργα. Έτσι, με την απρόσωπη σφραγίδα του κύρους και την υποτιθέμενη απόφανση του αντικειμενικού που μεταφέρουν, αποπροσανατολίζουν ουσιαστικά το αναγνωστικό κοινό και προβάλλουν, εν τέλει, μια στρεβλωμένη εικόνα της ντόπιας παραγωγής. Αφού, όμως, αυτό το μείζον ζήτημα δεν ενδιαφέρει πάλι στην πραγματικότητα τους αρμοδίους, εκείνο που ίσως τους προβληματίσει στο μέλλον είναι ότι κάποια μέλη των επιτροπών παραμιλούν και μέσα και έξω από την αίθουσα και ότι η αθυροστομία τους π.χ. «φέτος το κρατικό βραβείο ποίησης θα το πάρει ο τάδε» ή «δεν είναι ανάγκη να διαβάσουμε όλα τα υποψήφια βιβλία» διαδίδεται εύκολα. Όπως, επίσης, εύκολα διαδόθηκαν σχόλια για προειλημμένη απόφαση Ελλαδιτών μελών της Επιτροπής πριν από μερικά χρόνια (η οποία ναυάγησε μετά την έκθεσή της ως γκάφα) να βραβευτεί με το βραβείο «Ταξιδιωτικού» αποικιακό ταξιδιωτικό της μέσης περιόδου της αγγλικής κυριαρχίας, το οποίο είχε μεταφραστεί στα ελληνικά και συσκευαστεί ως «νέο» (από τη σκοπιά του ηγεμονικού ελλαδικού βλέμματος, η υπεροψία του Εγγλέζου ‘εκπολιτιστή’ και η οριενταλιστική ερμηνεία της Κύπρου και των Κυπρίων έγιναν τότε αντιληπτά από την επιτροπή ως «κριτική ματιά»).
Όσον αφορά, τέλος, στη  μομφή ότι καταγγέλλουμε χωρίς να προτείνουμε λύσεις και, επομένως, ότι δεν προάγουμε τον υγιή διάλογο για τον εκσυγχρονισμό των βραβείων, απαντούμε ξεκάθαρα ότι δεν είμαστε πολιτιστικοί λειτουργοί, τεχνοκράτες ή εντεταλμένοι του Υπουργείου Παιδείας για να εκσυγχρονίσουμε τον θεσμό ή να βρούμε λύσεις στα προβλήματά του. Έχουμε, βεβαίως, πολλές σκέψεις και απόψεις, μερικές από τις οποίες καταθέσαμε στην προηγούμενή μας δήλωση, όπως π.χ. την ανάγκη καθορισμού συγκεκριμένων λογοτεχνικών κριτηρίων, την κατάρτιση της επιτροπής με μέλη που θα κατέχουν τη δέουσα θεωρητική εξάρτυση και στοιχειώδη γνώση των σύγχρονων λογοτεχνικών τάσεων διεθνώς, απόψεις οι οποίες αγνοήθηκαν, φυσικά, σκοπίμως από τους αρμοδίους. Και τέλος, για να μην υπάρχει τίποτα που να μπορεί να κρύψει τις πραγματικές προθέσεις των Πολιτιστικών Υπηρεσιών, που είναι, βέβαια, να κουκουλώσουν το θέμα, δηλώνουμε πρόθυμοι στο μέλλον να καταθέσουμε και άλλες συγκεκριμένες προτάσεις που θα βελτιώνουν και θα ενισχύουν τον θεσμό, μόνο στην περίπτωση που αυτές παραδεχθούν, επιτέλους, ότι ο θεσμός νοσεί και ανοίξουν ένα δημοκρατικό διάλογο επί του θέματος.
Κάτι, βεβαίως, που ποτέ δεν είχαν ή έχουν πραγματικά πρόθεση να πράξουν. Συνηθισμένοι στην υπακοή και την πειθήνια στάση από μέρους των διάφορων λογοτεχνικών οργανώσεων και φορέων, που για να εξασφαλίσουν κάποια χρηματοδότηση ακολουθούν τον δρόμο της σιωπής, οι αρμόδιοι φορείς με την απαξιωτική, τόσο για τους γράφοντες, αλλά κυρίως για το συγκεκριμένο θέμα, απάντησή τους απέδειξαν ξεκάθαρα ότι δεν λογαριάζουν τίποτα και κανέναν. Και για μία ακόμη φορά αρνήθηκαν, δυστυχώς, να εισακούσουν τη γνώμη πλειάδας λογοτεχνών (έτσι έδειξε η πρόσφατη συζήτηση στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και στο ηλεκτρονικό ταχυδρομείο μετά την ανάρτηση της προηγούμενης δήλωσής μας) για το πόσο ‘προωθεί’ και ‘στηρίζει’ τους λογοτέχνες η δράση τους. Σας διαβεβαιώνουμε, λοιπόν, αγαπητοί ότι δεν είμαστε τέσσερεις αιρετικοί που φωνάζουμεν. Είμαστε πολύ περισσότεροι. Ο βασιλιάς-θεσμός των λογοτεχνικών βραβείων είναι γυμνός!
Γρηγορίου Ζέλεια (ποιήτρια, πρώην μέλος κριτικής επιτροπής λογοτεχνικών βραβείων, αναπληρώτρια καθηγήτρια της θεωρίας της εκπαίδευσης στο Πανεπιστήμιο Κύπρου)
Νικολαΐδης Παναγιώτης (ποιητής, κριτικός λογοτεχνίας, νεοελληνιστής)
Παπαδόπουλος Μιχάλης (ποιητής, δημοσιογράφος)
Χριστοδουλίδης Γιώργος (ποιητής, δημοσιογράφος)

Σχόλια

ΔΗΜΟΦΙΛΕΙΣ ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ