"ΘΕΡΑΠΕΥΤΙΚΗ ΚΑΙ ΛΥΤΡΩΤΙΚΗ Η ΜΟΥΣΙΚΗ ΤΩΝ ΜΥΣΤΙΚΩΝ ΑΝΘΡΩΠΩΝ"
"Τρέχω αλλά δεν
προλαβαίνω τη ζωή
μου/η ποίηση μου δείχνει δρόμους
αβάδιστους/τους παίρνω/οι
δρόμοι εξαφανίζονται.
Η Άνοιξη/υλοποιώντας ένα
υποχθόνιο σχέδιο/περνά φτερωτή/μέσα
στην καμαροσύνη της. Η Άνοιξη
κρατά μια ταμπέλα/που αναγγέλλει
ληγμένη χαρμοσύνη/για να με φοβίσει/μου πετά χορταριασμένες πέτρες/ελαφριές σαν
τα ασημόχαρτα ομοιώματά τους/κι απομακρύνεται κορδωτή.
Οι
πέτρες χοροπηδούν σαν
τσαχπίνες/και εξαφανίζονται στις τρύπες/ενός άγνωστου χρόνου/τρέχω ξοπίσω τους
σαν αφελής.
Τσακίζομαι, ωστόσο συγκρατώ/στα
πλευρά του βράχου/τη
μυγδαλιά
ανθισμένη/τσακίζομαι, αλλά
στο λεξικό της πτώσης/βρίσκω τη λέξη "προλαβαίνω"/και κρατιέμαι απ’ εκεί/κρατιέμαι από πάνω
της".
Επέλεξα να ξεκινήσω με
στίχους από το
ποίημα "Η περιπέτεια
της ποίησης", που είναι και
περιπέτεια του ποιητή. Επιθυμώ μ’ αυτόν τον
τρόπο να μοιραστώ
την τοποθέτηση του ποιητή
πως, ναι, έστω και μια
μυγδαλιά, μια μυγδαλιά
του Φλεβάρη, θα έλεγα,
χάρη στον μήνα
που διανύουμε, αγαπημένο δέντρο
κι ανθός των ποιητών
όλου του κόσμου- μια
μυγδαλιά λοιπόν ανθισμένη στα πλευρά ενός
βράχου, όπως και το
κράτημα από τη
λέξη "προλαβαίνω", μπορούν
να κάνουν τη διαφορά.Ν’
αναπτερώσουν την ελπίδα
μέσα στον κόσμο της
απελπισίας, της τοξικότητας
και της δυσωδίας
στον οποίο ζούμε. Φτάνει όλοι μας
να
το θελήσουμε.
Αγαπητοί
φίλοι,
θα αρχίσω την
παρουσίασή μου από
τον υλική, την απτή
στις αισθήσεις μας
πλευρά του βιβλίου, επιδιώκοντας έτσι
να κατασκευάσω μια νοητή
γέφυρα μετάβασης στο πνευματικό, στο άυλο, που είναι η
ποίηση, στην προκειμένη
περίπτωση μέσα από
το σύνολο των
ποιημάτων της συλλογής.
Η ποιητική συλλογή "Μυστικοί άνθρωποι" εκδόθηκε τον Ιούνιο του 2019
στην Αθήνα από τις
εκδόσεις Κύμα και
εντάσσεται στη σειρά
που φέρει την ονομασία "Σύγχρονη
ποίηση".
Εκκινώντας το αναγνωστικό
μου ταξίδι στους "Μυστικούς ανθρώπους", στάθηκα σε μια
δήλωση του ποιητή. Η δήλωση καταλαμβάνει μια
και μόνο γραμμή, αλλά
γεμίζει με τον
δικό της ξεχωριστό
τρόπο ολάκερη τη
σελίδα, συγκεκριμένα τη σελίδα που
ακολουθεί εκείνη με τον
τίτλο του βιβλίου.
"Θέλω οι
στίχοι μου να
καρφώνονται στον άνεμο" γράφει.
Αγαπητοί φίλοι,
το να
καρφώσει ή να χαράξει
κανείς στίχους στο
χαρτί ή σε
κάποια άλλη επίπεδη
στερεή επιφάνεια, ίσως
να φαίνεται ή ν’ ακούγεται
εφικτό.Το να καρφώσει
όμως τους στίχους
του στον άνεμο,
στο στοιχείο αυτό
της φύσης που
είναι ενίοτε είναι απλώς
κινούμενο και ενίοτε
πολιορκητικό, που σαρώνει στο
πέρασμά του από
υλικά όντα μέχρι
ανθρώπινες υπάρξεις, είναι, θα έλεγα,
η πραγματικότητα του
απραγματοποίητου, του ανέφικτου.
Κάνοντας μια πολύ σύντομη παρένθεση, ας
ανατρέξουμε στη θεωρία ενός
προσωκρατικού φιλοσόφου, του Αναξιμένη
του Μιλήσιου, που έζησε κατά
τον 6π.Χ. αιώνα.
Ο Αναξιμένης ταύτισε την
πρωταρχική αρχή των πάντων
με τον αέρα.Ο
άνεμος, λοιπόν, που δεν είναι
παρά αέρας σε
κίνηση, διαχέεται και μεταβάλλεται.
Είναι ένα από
τα τέσσερα βασικά
στοιχεία της ύλης, ο
περισσότερο άυλος, μη
ορατός και ελεύθερος
στην κίνησή του.
Στην ποίηση όμως, στην τέχνη των
λέξεων που ρέουν, χορεύουν και ανατρέπουν, ναι, η
γραφίδα του ποιητή μπορεί
να γίνει πρόκα
και καρφί, να καρφωθεί
ακόμη και στον άνεμο, να
ξεπεράσει τα συμβατικά
όρια, ανθρώπινα και
φυσικά.Όχι απλώς να
συγκολληθεί, αλλά να καρφωθεί
από τα ροζιασμένα
χέρια του ποιητή, του ματωμένου
αγωνιστή- τις πλείστες
φορές-ποιητή.
Ομολογουμένως, η ποιητική συλλογή "Μυστικοί άνθρωποι" γίνεται καράβι για
τον αναγνώστη της, ταξιδεύοντάς τον
σε θάλασσες και σε
πελάγη ποικίλα. Γίνεται σημείο εκκίνησης
για στοχασμό και αναστοχασμό,
αναζητήσεις και προβληματισμό.Κατ’ αρχάς, ιμπρεσσιονιστική σύλληψη, με
την έννοια της
αποτύπωσης της άμεσης εντύπωσης
που προκαλεί μια
εικόνα, την οποία συνάμα
και διευρύνει, συναντάται στο
ποίημα με τίτλο "Μεγάλη Παρασκευή", όταν "Πρόβαλε την ώρα της
περιφοράς/πίσω από τον φράκτη/η
κυρία Κούλα η ογδοντάχρονη/-ελάτε, ελάτε να
σας φιλέψω φρεσκοκομμένα
μέσπιλα/για τα παιδιά να φάνε/η
κυρία Κούλα/η κουτσή, η
κουφή, η τυφλή, η
πεθαμένη/με τα μέσπιλα/τα χρόνια-βουνά/και το
λευκό της μαντήλι/που κάποτε ανέμιζε/στον
άνεμο". Το ίδιο και στο ποίημα με
τίτλο "Απρίλης." "Είναι 3
και 30 ακριβώς/ ο ήλιος τέτοιο
μήνα είναι συμπονετικός/καψώνει όμως
σιγά-σιγά/ένα μετά το
άλλο/τα ηλιοστάσιά του", γράφει ο ποιητής.
Πρόκειται για ένα
ποίημα στο οποίο θα μπορούσε
να εντοπίσει κανείς,
συν τοις άλλοις,
και τον απόηχο ιστορικών θρησκευτικών
γεγονότων.Συγκεκριμένα της ενάτης εκκλησιαστικά ώρας της
ώρας του "τετέλεσται",
γύρω στις 3
το απομεσήμερο. Έκδηλη συνάμα και
η ατμόσφαιρα της
ανάληψης, της παλιγγενεσίας,
της λύτρωσης, της μετοικεσίας
σ’ έναν επέκεινα κόσμο. "Η πόρτα"- η σχολική δηλαδή
πόρτα- συνεχίζει
στο ίδιο ποίημα ο ποιητής,
"μένει
μισάνοιχτη /ένα παιδί τη
βλέπει και προλαβαίνει/βγαίνει από τα όρια /και γίνεται
σύννεφο/ένα άλλο παιδί
κάνει το ίδιο/και γίνεται
αστραπή/τα άλλα παιδιά
γίνονται σταγόνες και άνεμοι/τα παιδιά πολλαπλασιάζονται τα
παιδιά εξαϋλώνονται. Κάπως έτσι/ εκείνη
την ηλιόχαρη
μέρα/ξέσπασε/πάνω στην αυλή
του σχολείου/μια αλλόκοτη
καταιγίδα". Ιμπρεσσιονιστική σύλληψη καταθέτει ο
ποιητής και στο
ποίημα της συλλογής
με τίτλο "H ώρα που
κανείς παραδίδεται".
Ευαίσθητος παρατηρητής της
συμπεριφοράς του ανθρώπου τον
οποίο βαραίνουν οι
τύψεις κι ενοχές για
τις διάφορες πράξεις του, ο
ποιητής διαπιστώνει πως οι άνθρωποι
αυτοί "νιώθουν μιαν άσπιλη ενοχή/κυρίως
τα δροσοβόλα πρωινά/που
παίρνουν τα παιδιά
τους στο σχολείο/κι η
μέρα αρχίζει δειλά να
φωτίζεται με τα χρώματα
/κάτι μεταξύ λευκού κι
ωχρού κίτρινου/που η μέρα προσπαθεί να προσέλθει ντροπαλά
στον κόσμο/μέσα στην πιο
λεπτή αχλή…".
Ο ποιητής, σταθερός και ευαίσθητος
παρατηρητής των
κοινωνικών προβλημάτων,
κατευθύνει τη γραφίδα του και σε
λιμένες κοινωνικής κριτικής. Στη
συλλογή "Μυστικοί άνθρωποι" ζητάνε την
προσοχή του αναγνώστη
ποιήματα όπως το
ποίημα με τίτλο "Δυο κορίτσια στο
πρατήριο βενζίνης". Στο ποίημα
αυτό, οι κοινωνικά ευαίσθητες
κεραίες του ποιητή- δέκτη
προσανατολίζονται στο θέμα της
εκμετάλλευσης των εργαζομένων από
τα αφεντικά, τον πλούτο
και εν γένει το σκληρό
κοινωνικό πρόσωπο και γίνονται πομπός
μηνυμάτων προς τον αναγνώστη. Το ίδιο
και στο ποίημα
με τίτλο "Πέντε γαρύφαλλα",
γραμμένο την Πάτρα στις
21/09/2018, όπου η
κοινωνική κριτική περνά
μέσα από ένα παιδί
που "Του είχαν απομείνει πέντε
γαρύφαλλα να πουλήσει/και
ήταν μεσάνυχτα./Αποκαμωμένος και
αρρύθμιστος να αντέχει/το
συγκεκριμένο ωράριο
εργασίας/κάθισε στο τραπέζι
μιας νεανικής παρέας
/που τον καλοδέκτηκε.
Έπαιζαν μαζί του/σαν
να ήταν εκείνο το
εξελιγμένο είδος της κούκλας/που μπορούσε να
ανταποκριθεί χωρίς τις
μπαταρίες της". Ο διάλογος που
ακολουθεί, ρεαλιστικός σ ’όλη
του τη σύλληψη, αποτυπώνει όλη την
πάσχουσα κοινωνική κατάσταση.
Αγαπητοί φίλοι,
η
κοινωνική αδικία εξακολουθεί
να δονεί την
ψυχή και τη
γραφίδα του ποιητή."Για να μπορούμε εμείς
να γράφουμε ποιήματα/ένα
αγέλαστο παιδί στην Ταϊλάνδη/πλέκει το
φούτερ της επιστήθιάς σου
επωνυμίας/κι άλλο ένα
στο Περού- γράφει
ο Γιώργος
Χριστοδουλίδης-/κατεβάζει πέτρες
από το βουνό/στο
πεινασμένο στόμα του ορυχείου/για
να μπορούμε εμείς
να γράφουμε ποιήματα/λεχώνες μανάδες με
θηλές φουσκωμένες/δουλεύουν
πλύστρες/στις πιο βρώμικες
κουζίνες της τουριστικής περιοχής/εδώ παρά δίπλα
αλλά και εκεί πέρα στην Ευρώπη/κι οι πατεράδες γίνονται ξανά
σκλάβοι στην Αμερική/για
να μπορούμε εμείς
να γράφουμε ποιήματα/οι πρόγονοί
τους σκεπάστηκαν 60 χρόνια
από μια ασήκωτη πλάκα
γης/κι όταν ξεμύτισαν από ένα φρεάτιο/που
κατά λάθος έμεινε ανοιχτό/πιο μαύροι από τη
μαυρίλα τους/ήταν σαν να
είχαν δει τον
ήλιο πρώτη φορά/για να
μπορούμε εμείς να
γράφουμε ποιήματα", γράφει ο Γιώργος
Χριστοδουλίδης στο ποίημα που φέρει τον ίδιο τίτλο με
αυτόν της συλλογής,"Μυστικοί άνθρωποι".Μ’
αυτόν τον τρόπο, οι μυστικοί άγνωστοι άνθρωποι, έρχονται στο
φως.Τοποθετούνται ένα ή
περισσότερα βήματα εγγύτερα
σε μας, ανάλογα βεβαίως
με τον αναγνώστη - δέκτη του ποιήματος. Αναγνωρίζονται μέσα σε
εκφάνσεις του εγγύς
και του μακράν
μας τοπίου, ως παιδιά που
δουλεύουν σαν σκλάβοι,
γυναίκες που δεν απόλαυσαν ποτέ τα
ωφελήματα άλλων γυναικών, άνθρωποι που εξευτελίστηκαν μέσα
σε κρατικά ή σε κοινωνικά
γρανάζια.Κι όμως, συνεχίζει
ο ποιητής,"είναι αυτοί που έχουν γράψει
τα ποιήματά μας/την
ηρεμία μας πίσω από τους
τέσσερις τοίχους/τα ονόματά
μας στο διαδίχτυο/ και τις εγκυκλοπαίδειες/την ευκαταφρόνητη φήμη μας/έχουνε
θρέψει την υπερμεγέθη
φιλοδοξία μας/όσο δεν μπόρεσαν
να θρέψουν τα όνειρα
και τα στομάχια
τους/και τώρα γράφω
αυτό το ποίημα/γιατί πια
ξέρω καλά/ότι αν δεν ήταν αυτοί/θα
ήμουν εγώ/θα ήταν
τα παιδιά μου/θα
ήσουν εσύ/χωρίς το
ραφιναρισμένο στυλ/και το προβληματισμένο υφάκι/και τότε εμείς
θα έπρεπε να γράψουμε
/κάποιων άλλων τα ποιήματα". Φόρος τιμής
στους μυστικούς δημιουργούς των ποιημάτων.Παράλληλα αναγνώριση πως σ’ αυτούς
οφείλονται οι καταβολές
της ποιητικής δημιουργίας. Κι ακόμα μήνυμα πως
έπρεπε να είχαν
προσεχθεί αυτοί οι
άνθρωποι από τους
ποιητές, αλλά και γενικά από τον
κάθε άνθρωπο.Διότι εν τέλει
η ζωή μας δεν είναι παρά
ένα μεγάλο ψηφιδωτό από μυστικούς ανθρώπους.
Ο κοινωνικός και ο πολιτικός βίος
δεν αφήνουν αδιάφορο τον ποιητή.Κριτική συναντάμε στο
ποίημα με τίτλο
"Το κοράκι", όπου "ένα μαύρο
κοράκι/με απαίσιες μεμβράνες/κάνει
κύκλους εδώ και λίγο καιρό/πάνω
από κάποιες στέγες. Είναι δεμένο,/όμως
μοιάζει αληθινό στην πρώτη
ματιά./Αν του κόψεις
το σκοινί/θα πέσει
στο έδαφος και δεν θα
το ξανακουνήσει/δεν θα σπαρταρήσει καν. Είναι
ένα πλαστικό κοράκι/λένε
ότι φοβίζει τα περιστέρια/που γεμίζουν κουτσουλιές τις
ταράτσες/οι κουτσουλιές μπλοκάρουν
τους υδροσωλήνες/τους
θερμοσωλήνες/τη ροή υγρών
και αερίων./Οι νοικοκυραίοι
επιστρατεύουν/αυτό το ψεύτικο
κοράκι/επειδή εδώ πέρα δεν
υπάρχουν αληθινά κοράκια/πρόθυμα να
κάνουν αυτή τη δουλειά". Πολιτική κριτική
διαχέεται και στο ποίημα με
τίτλο "Ιστορίες αποκαθήλωσης", ένα ποίημα
μεστό, που χρησιμοποιώντας ως κλίμακα
δυνατό,
καταπελτικό και παραστατικό
στίχο, φτάνει σε
ψηλά δώματα πολιτικής κριτικής.
"Ο άνθρωπος που έχτισε
στην είσοδο της πόλης/τον
μεγαλοπρεπή πύργο/ από γυαλί
και ατσάλι/και στρογγυλοκάθισε στον
θρόνο του/ ψηλά στο
απροσπέλαστο γραφείο/όπου ο
ανελκυστήρας μπορεί να ανέβει/μόνο
όταν ένα ειδικό
κλειδί/περιστραφεί στα μηχανικά
του έντερα/ εκθρονίστηκε εν
μία νυκτί/πετάχτηκε σαν
ακαθαρσία από το
νύχι/από καινούργιο πιο πανούργο ενθρονισμένο"γράφει ο
Γ.Χριστοδουλίδης. Και συνεχίζει στο
ίδιο ποίημα "Ο
πρωτοσύγκελος του κόμματος/ο
ποιμένας/ο προπαγανδιστής/ μια συναρπαστική περίπτωση τυχοδιώκτη/και επιδέξιου
γητευτή των μαζών/έχει από
καιρό εξουδετερωθεί/μετά από σειρά
συντονισμένων διαρροών/που τις
κρατούσαν για χρόνια /όπως
τα άπλυτα ρούχα
/για να του τα
φορέσουν τη σωστή στιγμή" γράφει ο Γ.Χριστοδουλίδης.
Αγαπητοί
φίλοι,
αν ανατρέξουμε στη σ.7 του βιβλίου
υποδέχεται τον αναγνώστη
το πρώτο ποίημα
της συλλογής, που φέρει
τον τίτλο "Η περίπτωση
της λέξης πάντα
στη λίμνη Τάμπο".
Είναι αφιερωμένο στον φιλόλογο, κριτικό και
ποιητή Παναγιώτη Νικολαΐδη.
Η λίμνη γίνεται για τον
ποιητή, σημείο αναφοράς
και κοσμογονικός τύπος και τόπος
αναζήτησης και εύρεσης αρχέγονης
πρωταρχικής ουσίας ζωής
και παράλληλα "μούσα" του ποιητή. Άλλωστε, η λίμνη
είναι τόπος συγκέντρωσης ύδατος,
ενός ακόμα από τα
στοιχεία που οι
αρχαίοι Έλληνες θεωρούσαν
ως πρωταρχικά του
αρχαίου κόσμου.
Αξιοσημείωτη λοιπόν
θέση έχει η λέξη
και η
συνεπακόλουθη έννοια της λίμνης.Η λέξη
συναντάται σε δύο
τίτλους ποιημάτων, στο ποίημα
με τίτλο "Η περίπτωση
της λέξης πάντα
στη λίμνη Τάμπο" και στο
ποίημα με τίτλο "Η λίμνη". Η λέξη "λίμνη" συναντάται
εννιά φορές μέσα
στους στίχους του πρώτου
ποιήματος της συλλογής,
τρεις φορές στο
ποίημα "Μεγάλη Πέμπτη", δύο στο
ποίημα " Η λίμνη", και από
μια φορά στα ποιήματα "Αφουσιά" και "Συνάντηση". Στη
συλλογή που παρουσιάζουμε
απόψε, άλλες κινητήριες δυνάμεις της
ποιητικής σύλληψης του Γ.Χριστοδουλίδη είναι διάφορες έννοιες και
φυσικά σύμβολα. Καταλυτικά σύμβολα
είναι το νερό,
ο δρόμος, το σκότος,
το φως και οι
απορρέουσες από αυτά
αναζητήσεις. Γι’ αυτό κι ο ποιητής γράφει- " περπατώ σε έναν πανάρχαιο δρόμο/ένα
δρόμο θεοσκότεινο /Ξαφνικά
ένα τεράστιο φανάρι τον
φωταγωγεί/ και τότε βλέπω καθαρά
το σκοτάδι" γράφει
στο ποίημα με
τίτλο "Το φανάρι". Ισχυρή κινητήρια
δύναμη είναι τα υπαρξιακά,
βασανιστικά ερωτήματα.Η φωνή
του ποιητή σε
σχέση αντίστιξης και
διαλόγου με αυτά ."Πιάνω τον
εαυτό μου να απορεί/
ποιος κοιμισμένους μας κρατά στους προθαλάμους/πριν γεννηθούμε αλλά και
μετά/ποιος μας διατηρεί ανίωθους/χαϊδεύοντάς μας όμως τρυφερά/μες
στο αδιαπέραστο σκοτάδι" διερωτάται
ο ποιητής στο ποίημα με τίτλο "Ο φροντιστής".
Άλλες κινητήριες δυνάμεις
είναι η σχέση παρουσίας και
απουσίας, ο χρόνος,ο θάνατος, η
παλιγγενεσία, η μεταμόρφωση της ύλης,
το θείο
και η σχέση του με
τον άνθρωπο και η
ίδια η ποίηση. Αξιοσημείωτη είναι
η χρήση ονομασιών
θρησκευτικών γιορτών και γεγονότων- που περιστρέφονται γύρω
από τον μήνα
Απρίλη, συμβολικό μήνα για
τον ποιητή. Αναφέρω ενδεικτικά κάποιους τίτλους
ποιημάτων :" Μεγάλη Πέμπτη", "Μεγάλη Παρασκευή", " Ιστορίες αποκαθήλωσης", "Η
προτελευταία μέρα του
φοβισμένου Χριστού", "Ανάσταση". Στίχοι της
συλλογής περνούν μέσα από
αναφορές σε ομότεχνους του
γράφοντα ποιητές και από
τίτλους ποιητικών έργων. Παρούσα και
η αγωνία του
ποιητή για τα
κίβδηλα, τροποποιημένα, πλαστά
που μας έχουν
κατακλύσει, στο ποίημα "Ξεφλουδίζοντας ένα
μανταρίνι".Η
χρήση της λέξης
"πρόλαβε" (πρόλαβε, είπα
στον εαυτό μου) στο εν λόγω ποίημα είναι
πάλι καταλυτική. Ναι, μπορούμε
να προλάβουμε, εφ’ όσον
θέλουμε, τα χειρότερα που
μας περιμένουν.Είναι κι αυτό
ένα άγγελμα της
ποίησης.
Όλα τα
πιο πάνω, προικισμένα με τις
διάφορές τους, βέβαια,
αμφισημίες, καλούν και
προκαλούν τον αναγνώστη για
δεύτερη, τρίτη και περισσότερες
ίσως αναγνώσεις.
Στο
ποίημα με τίτλο "Επισπεύδοντας", ο
ποιητής δηλώνει στον
αναγνώστη του, περιγράφοντας κάποιο περιστατικό παρμένο
από την παιδική
του ηλικία, πως δεν
πέρασαν τα σωστά χριστιανικά
μηνύματα σε μια
εκκλησιαζόμενη κυρία.
Το θέμα των
αγνοουμένων ενεργοποιεί τον
ποιητή στο ποίημά του με τίτλο "Η τελετή".
Ακόμη,το
ερωτικό και αισθησιακό στοιχείο είναι διάχυτο
στο σύντομο αλλά μεστό ποίημα
"Ταχυπαλμία".
Η γλώσσα
της συλλογής είναι στρωτή, ρέει με
άνεση, χωρίς εξεζητημένο
ύφος. Ο στίχος συχνά
υπαινικτικός, αλληγορικός, γίνεται
ατραπός αναζήτησης των
κρυμμένων εννοιών και
σε τελευταία ανάλυση των
μυστικών ανθρώπων. Ορισμένες
φορές είναι απροσδόκητος,
"Ανεβαίνουν με
το καινούργιο τους
δέρμα/στο λεωφορείο/το τεντώνουν,
διορθώνουν τις λεπτομέρειες/τις πτυχώσεις,
τα στριφώματα, τις
εσοχές/τις εξοχές (τι ωραία θα ήταν
στη Χαβάη σκέφτονται)" τα δυο κορίτσια στο πρατήριο
βενζίνης, στο ομότιτλο ποίημα. Ο αναγνώστης έχει ακόμη την
ευκαιρία να απολαύσει τον στίχο μέσα
από την εικονοπλαστική ικανότητα
του ποιητή.
Ενίοτε
ο στίχος είναι εξομολογητικός,
και η
πρωτοπρόσωπη αφήγηση εφοδιάζει
τόσο τον γράφοντα ποιητή όσο
και τον αναγνώστη
με την αμεσότητα της
προσωπικής εμπειρίας. Η γλώσσα
του ποιητή καταφέρνει με
ζηλευτή επιδεξιότητα να
ικανοποιήσει τις ιδιαίτερες συνθήκες
κάθε ποιήματος, άλλοτε
τρυφερή και άλλοτε αιχμηρή.Ο
ποιητής δεν διστάζει, εκεί που
το επιβάλλουν η
θεματολογία και η
εκφραστική ανάγκη, να
γίνει χρήστης λεξιλογίου της καθημερινότητας, όπως
στην περίπτωση του ποιήματος
"Το
κοράκι".
Σε
ορισμένα από τα
ποιήματα της συλλογής ο
ποιητής χρησιμοποιεί λέξεις που
πολύ σπάνια συναντώνται τόσο στον προφορικό όσο
και πολύ περισσότερο στον γραπτό
λόγο όπως η αφουσιά, ο
ανίωθος, ο συλληπτήριος,τα αλμυρίκια,
τα οφιοειδή σοκάκια -
η τελευταία φράση
απεικονίζει επιτυχώς τα στενοσόκακα της παλιάς Λευκωσίας
κ.ά. Ο ποιητής δεν
διστάζει να γίνει λεξιπλάστης, φτιάχνοντας
λέξεις όπως η λέξη "μανταρινοζουμιά", στο ποίημα με
τίτλο "
Ξεφλουδίζοντας ένα μανταρίνι".
Γίνεται επίσης
εκτεταμένη χρήση μετοχών.
"Ξεφλουδίζοντας ένα
μανταρίνι" και "Επισπεύδοντας" είναι
δύο τίτλοι ποιημάτων της συλλογής. Μετοχές
που λειτουργούν κινητικά για
την εξέλιξη του ποιήματος, προσδίδοντάς της συνάμα
ενάργεια και ρεαλισμό,
συναντάμε σε διάφορα
ποιήματα όπως στο ποίημα "Δυο κυρίες στην
παλιά Λευκωσία"- "Το
λέει αργά επισυνάπτοντας μεταξύ
των λέξεων μια
διερευνητική παύση θριάμβου", "Οι περιστρεφόμενες πεταλούδες" στο
ποίημα "Η περιπέτεια
της ποίησης".Επίσης, επίθετα
και επιρρήματα ενισχύουν
το νοηματικό φορτίο των
ποιημάτων.Ακόμη, ζητούν την
προσοχή του αναγνώστη ευρηματικοί τίτλοι ποιημάτων όπως "Η
περίπτωση της λέξης πάντα
στη λίμνη Τάμπο", "Σεμινάριο πένθους", "Στο
κάτω ράφι του ελέους", "Ο θάνατος του κοινωνικού
λειτουργού", "Ο Τσαρλς Μπουκόβσκι
μού κλέβει το
βιβλίο",
"Ξεφλουδίζοντας ένα μανταρίνι" , "Αφουσιά" κ.ά.
Θα ήθελα να
κάνω ένα σταθμό στον
τελευταίο τίτλο. "Αφουσιά "είναι μια λέξη
λαμπρή που χάθηκε
από τη γλώσσα
μας.Αφουσιά ήταν το
υπόλειμμα από τα
μουρόφυλλα που έτρωγαν οι
μεταξοσκώληκες, όταν πια είχαν
μεγαλώσει πολύ.Ήταν φύλλα,
δηλαδή, είχαν απωλέσει
την ουσία τους (από + ουσία).
Χαρακτηρίζω τη λέξη λαμπρή,
γιατί σήμερα αφουσιά
είναι η ζωή
μας σε σχέση με
την αλήθεια και την
πραγματικότητα" κατά τον
Δημήτρη Λιαντίνη. Ο τελευταίος,
του οποίου το πραγματικό
όνομα ήταν Δημήτρης Νικολακάκος,
γεννήθηκε το 1942 στη
Λιαντίνα Λακωνίας. Υπήρξε αναπληρωτής
καθηγητής του τομέα
Παιδαγωγικής στη Φιλοσοφική
Σχολή του Παν/μίου Αθηνών. Έγραψε συνολικά
εννιά βιβλία. Το τελευταίο σύγγραμμά του φέρει
τον τίτλο "Γκέμμα" και
από αυτό είναι παρμένα τα περί αφουσιάς, που ανέφερα
πριν από λίγο. Ο Λιαντίνης εξαφανίστηκε
αυτοθέλητα την 1η Ιουνίου
του 1998 και στις
4 Ιουλίου του
2005, εντοπίστηκε ο σκελετός
του σε
μια σπηλιά στον Ταΰγετο. Επίσης, ο Γιώργος
Χριστοδουλίδης, βαθιά συγκινημένος, αφιερώνει στον
Λιαντίνη το ποίημα της παρούσας
συλλογής με τίτλο
"Ο φροντιστής".
Εξ ίσου ευρηματικοί,
και συχνά φορείς αλληγορικού και υπερρεαλιστικού περιεχομένου
είναι και αρκετοί
στίχοι των ποιημάτων της
συλλογής. Αναφέρω ενδεικτικά τους εξής:
"Έκαναν (κάποιες γυναίκες) έρωτα σε
έναν αχνιστό Αύγουστο/στερεωμένο
με καρφιά πάνω στις μέρες
τους…"από το ποίημα με τίτλο "Τατουάζ".σ.58
Δεν λείπουν
η ειρωνεία και ο σαρκασμός από αρκετούς στίχους
της συλλογής. Αναφέρω
ενδεικτικά φράσεις όπως ο
"στρωτός δήμαρχος και ο στρογγυλός κοινοτάρχης", που
παρευρίσκονται σε μια
κηδεία, όπως επίσης και τις "νυχτερίδες
–αυτά τα
θαυμάσια κατοικίδια".Οι
πιο πάνω στίχοι προέρχονται από το
ποίημα με τίτλο "Ανάσταση".
Ο ποιητής
αξιοποιεί και τις επαναλήψεις λέξεων ως
εκφραστικό μέσο, όπως στο
ποίημα με τίτλο
"Ο θάνατος του
κοινωνικού λειτουργού - "θάλαμος νοσοκομείου
χωρίς
επισκεπτήριο/φορμόλη/φορμόλη/φορμόλη/κηδεία χωρίς
τεθλιμμένους/τάφος χωρίς
επιγραφή…", όπως και
τον στίχο "για
να μπορούμε εμείς να
γράφουμε ποιήματα, εν είδει επωδού, στο ποίημα "Μυστικοί άνθρωποι".
Εντυπωσιάζουν επίσης και
οι ευρηματικές παρομοιώσεις
που εντοπίζονται στα ποιήματα
της συλλογής: αναφέρω ενδεικτικά κάποιους στίχους: " τα
κατάλοιπά τους πέφτουν από πάνω μου
σαν λέπια αφρικάνικης κόμπρας’’, από
το ποίημα "Η
περιπέτεια της ποίησης".
"Κιτρινισμένες φωτογραφίες
αγαπημένων που σέρνονται σαν κάμπιες
σε αχειροποίητους δρόμους, από το
ποίημα "Η τελετή".
Εξ ίσου εντυπωσιακές και οι προσωποποιήσεις στοιχείων
της φύσης. Αναφέρω ενδεικτικά:" Ένα κέδρο
κλαίει στις όχθες /της
παγωμένης λίμνης Τάμπο/κοιτάζει απελπισμένα τη λίμνη
και κλαίει", από το
πρώτο ποίημα της
συλλογής," Έχει να βρέξει δυο
αιώνες /κι η γη
παρακαλά το νερό",
από το ποίημα " Η
λίμνη". "Ακούω τον άνεμο /να
γρατσουνάει τις χορδές
της κιθάρας του/και βλέπω
τη λίμνη να γδύνεται. Μένει ολόγυμνη/αρχαίες ζωές
αποκαλύπτονται/δεν μπορούν να
κρυφτούν/ξεβράζονται από τα βάθη
της/στάζοντας γύψο και
πηλό", γράφει ο ποιητής
στο ποίημα με
τίτλο "Αφουσιά ", ένα ποίημα στο
οποίο μπορεί κανείς ν’ ανιχνεύσει
κοσμογονικές εικόνες, ν΄ αναζητήσει
το αρχαίο κάλλος, όπως
και εικόνες με βιβλικό χαρακτήρα.
Αγαπητοί φίλοι,
ακόμη
και ο πιο αδιάφορος και μηχανικά
κινούμενος αναγνώστης δεν
μπορεί να προσπεράσει τις
σελίδες 26 και
27 της παρούσας
συλλογής, χωρίς να υποκλιθεί
μπροστά στην καθαρή,
ρεαλιστική και ταυτόχρονα συγκινητική
και εξομολογητική ποιητική σύλληψη του Γ.Χριστοδουλίδη.
"Ο
καθηγητής"
"Σε είδα
σε επίσκεψη γονέων
στο σχολείο…"
Στην
εκπνοή της συλλογής, τράβηξε την
προσοχή μου το
ποίημα με τίτλο "Στις όχθες
του ποταμού Νόγκατ",
που είναι αφιερωμένο
στην αείμνηστη Νίκη
Μαραγκού,που υπήρξε συνταξιδιώτισσά του
στην ποίηση, αλλά
και στο Literature Express Europa
2000. Το ποιητικό σκάφος αγκυροβολεί
εδώ σε ευρωπαϊκού
τοπίου, εξαιρετικά ενδιαφέροντες
λιμένες. Το ποίημα γράφτηκε
με αφορμή τη
συμμετοχή του ποιητή,
το έτος 2000, στο πρόγραμμα Literature Express Europa 2000, μαζί με άλλους 100
Ευρωπαίους λογοτέχνες. Σε διάστημα
45 ημερών, ο
Γ.Χριστοδουλίδης ταξίδεψε με
ειδικά διαμορφωμένο τρένο, σε
πέραν των 20 πόλεων και 10 χωρών, από
τη μια άκρη
της ευρωπαϊκής ηπείρου στην
άλλη, συμμετέχοντας σε
σωρεία ποιητικών εκδηλώσεων. Το
ποίημα, αγαπητοί φίλοι,έγινε
αφορμή για μένα προσωπικά, για
ένα ακόμη ταξίδι μέσα
στο ταξίδι των
ποιημάτων της συλλογής. Ανέτρεξα στα
περί της Γαλλοφλαμανδικής Σχολής
στην ιστορία της
μουσικής. Πολύ σύντομα
αναφέρω ότι η Γαλλοφλαμανδική Σχολή αναπτύχθηκε στην
ευρύτερη περιοχή των
σημερινών Κάτω Χωρών
και ενός τμήματος της βόρειας Γαλλίας κατά τον 15ο αιώνα μέχρι και τις
αρχές του 16ου. Συνιστά την πρώτη
εκδήλωση του αναγεννησιακού
μουσικού πολιτισμού και είχε
επίδραση στη διαμόρφωση της
λόγιας μουσικής της Δύσης
κατά τους επόμενους αιώνες. Η
τροπική ιδιόρρυθμη πολυφωνική μεσαιωνική- προσθέτω και
τη λέξη " μυστική"-
μουσική των "μυστικών ανθρώπων", θα έλεγα πως
μπορεί να λειτουργήσει θεραπευτικά και
λυτρωτικά ως άκουσμα για
τον σύγχρονο άνθρωπο.
Oδεύοντας προς το
τέλος της παρουσίασής
μου, επιθυμώ να
συνοψίσω πως, η
ποίηση των "Μυστικών ανθρώπων" εστιάζει στον άνθρωπο και
στη σχέση του με τα
μεγάλα αιώνια αναπάντητα και
βασανιστικά υπαρξιακά ερωτήματα.
Οι μυστικοί άνθρωποι
είναι το κέντρο
της ζωής, της ζωής που θέλει
να γραπωθεί στον χρόνο,
στο πριν, στο μετά.Διότι
"Η ζωή όταν φεύγει/αφήνει
απομεινάρια/ είναι κάτι μετέωρο/κάτι
μεταβατικό αλλά
ανθεκτικό/-σαν κολλημένο χνούδι
στο σώμα του χρόνου-/που εμποδίζει για λίγο
τον θάνατο να εξαπλωθεί/εκεί όπου κάποτε
ήταν ζωή" γράφει στο ποίημά του
με τίτλο " Το περίπτερο".
Αγαπητέ Γιώργο,
τελειώνοντας
αυτή την παρουσίαση,
θα ήθελα να
σου ευχηθώ περαιτέρω επιτυχίες
τόσο στον δημοσιογραφικό στίβο
όσο και στον
λογοτεχνικό, στίβους όπου αγωνίζεσαι ακούραστα
και δημιουργικά εδώ
και πολλά χρόνια.
*ΔΕΣΠΟΙΝΑ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ, ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΗΣ ΚΙΝΗΣΗΣ ΛΑΡΝΑΚΑΣ
*ΔΕΣΠΟΙΝΑ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ, ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΗΣ ΚΙΝΗΣΗΣ ΛΑΡΝΑΚΑΣ
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου