Δευτέρα 4 Φεβρουαρίου 2019

"ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΠΡΑΞΗ ΠΟΥ ΥΠΕΝΘΥΜΙΖΕΙ, Η ΕΚΔΟΣΗ ΤΗΣ ΑΝΘΟΛΟΓΙΑΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΠΟΙΗΣΗΣ 1960-2018"


Ομιλία της ποιήτριας και φιλολόγου Βικτωρίας Καπλάνη στην παρουσίαση της  ΑΝΘΟΛΟΓΙΑΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΠΟΙΗΣΗΣ 1960-2018 στη Στέγη της Εταιρείας Λογοτεχνών Θεσσαλονίκης, 25 Ιανουαρίου 2019


Η Ανθολογία Κυπριακής Ποίησης 1960-2018 που κυκλοφόρησε το Νοέμβρη του περασμένου χρόνου στην Αθήνα,  από τις εκδόσεις Κύμα, με την επιμέλεια των ποιητών Γιώργου Χριστοδουλίδη και Παναγιώτη Νικολαΐδη μας φέρνει σε επαφή με την ελληνόφωνη κυπριακή ποίηση των τελευταίων σχεδόν εξήντα χρόνων. Οι ανθολόγοι επιλέγουν δείγματα γραφής 47 ποιητών, 18 γυναικών και 29 αντρών, ποιητών τεσσάρων γενεών που από το ξεκίνημά τους μέχρι σήμερα συνεχίζουν να παράγουν αξιοπρόσεκτο ποιητικό έργο: ποιητών από τη γενιά της Ανεξαρτησίας, της Εισβολής, της Κατοχής και τη νεότερη που ακόμη δεν έχει ονοματιστεί. Στην ανθολογία αυτή επιχειρείται μια χαρτογράφηση του σύγχρονου ποιητικού τοπίου της Κύπρου, ένας οδηγός των αξιόλογων, κατά την κρίση των ανθολόγων, ζώντων ποιητών της Κύπρου, συμπεριλαμβανομένων και δύο αγγλόφωνων Κύπριων ποιητών που ενσωματώνουν στα ποιήματά τους λέξεις της κυπριακής διαλέκτου.

Η ανθολογία απευθύνεται πρωτίστως στο ελληνικό αναγνωστικό κοινό που έχει αποσπασματική και περιορισμένη γνώση της πλούσιας ομολογουμένως παραγωγής της κυπριακής λογοτεχνίας. Στοχεύει να δείξει τις ποικίλες μορφές και τάσεις μιας ποίησης ανθηρής και εξελισσόμενης που συνομιλεί ισότιμα με τις ποιητικές τάσεις του σύγχρονου διεθνούς ποιητικού πεδίου αλλά και τις συγκλίσεις, τη συγγένεια και  την οργανική σχέση της κυπριακής με τη νεοελληνική ποίηση.

Το εγχείρημα του Γιώργου Χριστοδουλίδη και του Παναγιώτη Νικολαΐδη είναι δύσκολο, αξιέπαινο και επιπλέον τολμηρό και ριψοκίνδυνο. Η ποιητική παραγωγή και στην Κύπρο είναι μεγάλη και καθημερινά αυξάνεται, ως εκ τούτου η πληθώρα του υλικού το καθιστά δύσκολα διαχειρίσιμο. Από την άλλη  δεν νομίζω να υπήρξε ποιητική ανθολογία και μάλιστα εν ενεργεία ποιητών που να μην προκάλεσε ενστάσεις, αντιδράσεις και αντιπαραθέσεις και κυρίως προσωπικές δυσαρέσκειες.  Κι εδώ ο κίνδυνος ελλοχεύει, γιατί το πεδίο είναι αδιαμόρφωτο και ρευστό, τουλάχιστον για τις τρεις από τις τέσσερις γενιές που ανθολογούνται και επομένως δεν υπάρχει η ασφαλιστική δικλείδα του λογοτεχνικού κανόνα.  
Η αναγκαιότητα όμως να υπάρξει μια, όσο το δυνατόν πιο ολοκληρωμένη, καταγραφή της σύγχρονης ποιητικής παραγωγής στην Κύπρο υπερβαίνει τις όποιες διαφωνίες.
Όπως δικαίως επισημαίνουν οι ανθολόγοι η κυπριακή ποίηση και κυρίως η νεότερη δεν είναι ακόμη τόσο γνωστή, όσο της αξίζει, στην Ελλάδα. Μια πρώτη απόπειρα ερμηνείας αυτής της κατάστασης, αναμφίβολα πρόχειρη και εμπειρική,  μας κάνει να σκεφτούμε ότι μετά τα γεγονότα του 74 αμφιθυμικές για μεγάλο χρονικό διάστημα υπήρξαν οι σχέσεις Ελλάδας και Κύπρου και  συμπαρέσυραν σε μεγάλο βαθμό και τις σχέσεις των δύο λογοτεχνιών, χωρίς να αποκλείονται, βεβαίως, οι εξαιρέσεις. Η επικρατέστερη εντύπωση για την κυπριακή λογοτεχνία υπήρξε για χρόνια στερεοτυπική και εν πολλοίς παραμορφωτική. Αντιμετωπίστηκε ως μια περιφερειακή ελληνόφωνη λογοτεχνία η οποία ασχολείται μόνο με μια πατριωτική θεματογραφία και εμμένει καθηλωμένη στο εθνικό και πολιτικό της πρόβλημα. Οπτική αφ υψηλού, σίγουρα άδικη και συμπλεγματικά εγωκεντρική, δηλωτική βαθύτερης άγνοιας των λογοτεχνικών πραγμάτων στη Μεγαλόνησο. Ωστόσο οφείλουμε να επισημάνουμε ότι, προϊόντος του χρόνου, η προσέγγιση αυτή δεν είναι πλέον κυρίαρχη. Την τελευταία δεκαετία  το ενδιαφέρον για την ποίηση της Κύπρου έχει αυξηθεί σημαντικά..

Η Θεσσαλονίκη μπορεί δικαίως να ισχυριστεί ότι ενδιαφέρθηκε και ενδιαφέρεται για την ποιητική παραγωγή της Μεγαλονήσου. Η πρώτη απόπειρα να γνωριστούν οι νεότεροι ποιητές της Κύπρου με τους Ελλαδίτες ποιητές της γενιάς τους ξεκίνησε στην πόλη μας, το 1982, όταν ο Δήμος Θεσσαλονίκης, σε συνεργασία με τη Λέσχη Γραμμάτων και Τεχνών Β. Ελλάδος και την  Πανελλήνια Πολιτιστική Κίνηση οργάνωσε μια ποιητική συνάντηση στην οποία πήραν μέρος 14 ποιητές της εποχής, ποιητές κυρίως από τη γενιά της Ανεξαρτησίας αλλά και από τη γενιά της Εισβολής. Το Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης τότε είχε στο δυναμικό του,  τον Γιώργο Κεχαγιόλου, δεινό μελετητή της Κυπριακής Λογοτεχνίας και της ιστορίας της, ο οποίος παρουσίασε στην εκδήλωση αυτή τους Κύπριους ποιητές. Ξεκίνησε τότε μια πρώτη επαφή. Δεν υπήρξε δυναμική συνέχεια, τουλάχιστον δημόσια εκφρασμένη. Τα τελευταία πέντε χρόνια όμως η Κυπριακή ποίηση στη Θεσσαλονίκη έχει τον πιο αφοσιωμένο πρεσβευτή της. Τον κύπριο ποιητή Αντρέα Καρακόκκινο που έχει αναγάγει σε προσωπικό χρέος προς την πατρίδα του την προβολή της κυπριακής ποίησης. Το blog του στο διαδίκτυο περιλαμβάνει εκτεταμένη ανθολόγηση του ποιητικού έργου μεγάλου αριθμού κυπρίων ποιητών. Παράλληλα, οργανώνει εκδηλώσεις, παρουσιάσεις βιβλίων των συμπατριωτών του,  ενεργοποιεί το ενδιαφέρον συντακτών διαφόρων λογοτεχνικών περιοδικών να δημοσιεύουν κείμενα Κυπρίων λογοτεχνών και παρακίνησε  την Εταιρεία Λογοτεχνών Θεσσαλονίκης και την Ένωση Λογοτεχνών Κύπρου να ξεκινήσουν επαφές και να γίνονται ετησίως συναντήσεις Κυπρίων και Θεσσαλονικέων ποιητών, εδώ και στην Κύπρο.

Η επικοινωνία ανάμεσα στις δύο λογοτεχνίες αναζητά, λοιπόν, δρόμους συνάντησης. Πολλοί σύγχρονοι Κύπριοι ποιητές εκδίδουν τα βιβλία τους σε εκδοτικούς οίκους της Ελλάδας, δημοσιεύουν κείμενά τους σε ελληνικά λογοτεχνικά περιοδικά. Μάλιστα κάποια από αυτά, όπως η Νέα Εστία, ο Μανδραγόρας, το Ένεκεν επιχείρησαν να συγκροτήσουν μικρές ανθολογίες κυπριακής λογοτεχνίας την τελευταία πενταετία. Ο δρόμος έχει ανοίξει  και η ανθολογία αυτή έρχεται σε μια χρονική στιγμή κατάλληλη για  να συμπληρώσει το ελλαδικό κοινό κι άλλες ψηφίδες που του λείπουν από την εικόνα της κυπριακής ποίησης.
Μια ανθολογία σύγχρονης κυπριακής ποίησης στις μέρες μας είναι και μία πολιτική πράξη, γιατί μας υπενθυμίζει μέσω της ποιητικής λογοτεχνικής οδού, την ανοιχτή πληγή του κυπριακού προβλήματος και τις επώδυνες παραμέτρους του. Ο λόγος των ποιητών άμεσα ή έμμεσα, συμβολικά, αλληγορικά ή υπαινικτικά λειτουργεί και ως καταγγελία μιας τραγωδίας, της οποίας η κάθαρση επιμελώς αναβάλλεται.

Η ιστορία άλλωστε είναι μια βασική παράμετρος της κυπριακής ποίησης. Oι ιστορικές περιπέτειες του νησιού από την εποχή της Αγγλοκρατίας μέχρι σήμερα δεν έχουν αφήσει ανεπηρέαστη τη νεότερη ποιητική δημιουργία. Οι ποιητές με τις δικές του ο καθένας υφολογικές επιλογές  εγγράφονται στην ιστορία, συνομιλούν με τον ιστορικό χρόνο, επιτρέπουν τα ίχνη του να χαραχτούν στο λόγο τους. Αξίζει να επισημάνουμε ότι  και οι λογοτεχνικές γενιές στην Κύπρο προσδιορίζονται και ονοματίζονται με ιστορικούς όρους: Γενιά της Ανεξαρτησίας, της Εισβολής, της  Κατοχής.

Η πρώτη διαπίστωση που προκύπτει από την ανάγνωση αυτής την ανθολογίας είναι ότι η ποίηση στην Κύπρο καλά κρατεί. Πλούσια παραγωγή, ευρεία θεματική, μεγάλη ποικιλία ύφους, συγκερασμός παλιών και νέων μορφών ποιητικής έκφρασης, δημιουργική αφομοίωση των τεχνικών του μοντερνισμού, πειραματισμοί σε νέες τεχνικές, slam poetry, αξιοποίηση της κυπριακής διαλέκτου είτε σε συνδυασμό με την νεοελληνική γλώσσα είτε αυτόνομα. Αν υπάρχει ένα θέμα με το οποίο αναμετριούνται κατ αποκλειστικότητα οι Κύπριοι ποιητές είναι βέβαια το ζήτημα της Εισβολής, της συνεχιζόμενης Κατοχής και των συνεπειών τους. Για το θέμα αυτό έχουμε ποιήματα από τους ποιητές όλων των γενεών μέσα από διάφορες οπτικές και με ποικίλες υφολογικές μορφές. Ποιήματα λυρικά, ελεγειακά, συμβολικά, φιλοσοφικά, πολιτικά, με συνετή χρήση της διακειμενικότητας και συχνή αξιοποίηση της μυθικής μεθόδου. Ποιήματα γραμμένα από αυτούς που βίωσαν τα τραγικά γεγονότα στην ενήλικη ζωή τους, από άλλους που τα βίωσαν στην εφηβική και παιδική τους ηλικία και από τους  νεότερους  που τα άκουσαν ως ιστορική αφήγηση και τα έχουν καταγράψει στα βαθύτερα στρώματα του ψυχισμού τους απ’ όπου αναδύονται απροσδόκητα και εξαιρετικά δραστικά στο λόγο τους. Μια στοιχειωμένη μοίρα που αναβλύζει αίφνης και μέσα από τους πιο περίτεχνους λεκτικούς πειραματισμούς. Το τραύμα κληροδοτείται, παραμένει ανοικτό, γίνεται πικρία, ενίοτε και ενοχή. Δεν συγχωρεί αυτούς που ξεχνούν.

Αξίζει να παρατηρήσουμε ότι οι ανθολόγοι επιλέγοντας ποιήματα δημιουργών τεσσάρων γενεών, δρώντων στον παρόντα χρόνο εστιάζουν την προσοχή τους σε ποιήματα ανθρωποκεντρικά, που αναδεικνύουν την αξία της ζωής και των ανθρωπίνων σχέσεων, την ιερότητα του τόπου και τη μυθοποιημένη εκδοχή του αλλά και ποιήματα πολιτικής ηθικής που  εστιάζουν στην αξία της ιστορικής μνήμης και στην καταγγελία εν γένει της πολιτικής και κοινωνικής αδικίας, Ακόμη συμπεριλήφθηκαν ποιήματα που αναφέρονται στη δύναμη και την αξία της γλώσσας και της ποίησης. Οφείλουμε να επισημάνουμε ότι απουσιάζουν ποιήματα ναρκισσιστικά, ποιήματα νοσηρής εγωπάθειας, εγωκεντρικού μηδενισμού ή εγωκεντρικού μεγαλείου. Η ποίηση που προκρίνεται στην ανθολογία είναι ποίηση που τείνει στο εμείς και όχι στο εγώ.

Υπάρχουν και σήμερα νέοι ποιητές που χρησιμοποιούν την κυπριακή διάλεκτο, αμιγώς ή σε συνδυασμό με τη νεοελληνική αλλά και παλαιότεροι που επιστρέφουν στη χρήση της διαλέκτου, μια και εξακολουθεί να είναι ενεργή και λειτουργική στον καθημερινό λόγο.  Στις περιπτώσεις που η κυπριακή διάλεκτος δε γίνεται μανιέρα, δεν στοχεύει σε φολκλορική αναβίωση της παράδοσης, αλλά γίνεται αβίαστα και λειτουργικά μέσα στο ποιητικό κείμενο είναι φανερό ότι μπορεί να ανοίξει νέα ενδιαφέροντα ποιητικά μονοπάτια και φυσικά να πλουτίσει και την νεοελληνική γλώσσα.

Οι Κύπριοι ποιητές της ανθολογίας δεν είναι αναχωρητές, πλην ελαχίστων εξαιρέσεων. Δεν αφήνουν το έργο τους στην τύχη του.  Μετέχουν στα ποιητικά δρώμενα όχι μόνο εντός της νήσου, αλλά και σε διεθνή ποιητικά φεστιβάλ, σε λογοτεχνικές εκδηλώσεις,  ενώ ποιήματά τους  μεταφράζονται και σε άλλες γλώσσες.
Η ανθολογία μπορεί να δώσει το έναυσμα για ευρύτερη μελέτη της κυπριακής ποίησης. Η φιλολογική έρευνα και στην Ελλάδα είναι καιρός να συμπεριλάβει και την κυπριακή λογοτεχνία πιο σταθερά στα ενδιαφέροντά της  και να ερευνήσει τις συνδέσεις και τις συγγένειες ανάμεσα στις δύο λογοτεχνίες. Η Ελληνοκυπριακή είναι η σημαντικότερη ελληνική «περιφερειακή» ποιητική παραγωγή έξω από την Ελλάδα. Ο όρος περιφερειακή είναι μόνο γεωγραφικός. Οι Κύπριοι ποιητές έχουν εντρυφήσει στο έργο των ποιητών του ελληνικού λογοτεχνικού κανόνα, έχουν μαθητεύσει στην ποιητική γλώσσα των μεγάλων Ελλήνων ποιητών και των Κυπρίων και επομένως ο ισότιμος διάλογος με τους σύγχρονους  Ελλαδίτες ποιητές γονιμοποιεί την Ελληνική ποιητική γλώσσα. Είναι καιρός να συνεξετάζονται οι ποιητές των δύο χωρών και ως μέλη της ίδιας λογοτεχνικής ιστορίας.
Μου έκανε εντύπωση ότι τα ονόματα των ποιητών στη σελίδα των περιεχομένων ταξινομούνται κατ αλφαβητική σειρά με βάση τα μικρά τους ονόματα και όχι τα επίθετα, ως είθισται. Αυτό δημιουργεί ένα κλίμα οικειότητας, δίνει έναν πιο ανάλαφρο τρόπο να μας συστηθούν οι ποιητές της ανθολογίας. Θα διευκόλυνε πολύ τον αναγνώστη εάν αναγραφόταν κάτω από κάθε ποίημα από ποια συλλογή προέρχεται και ποιος είναι ο χρόνος γραφής της εκάστοτε συλλογής.

Σε δύσκολους οικονομικά καιρούς τέτοιες προσπάθειες είναι διπλά αξιέπαινες. Δείχνουν πίστη στη δύναμη και τη δυναμική της ποίησης, μεγάλη αγάπη για την τέχνη, για τους ομοτέχνους και τον τόπο και επιπλέον θετική και μαχητική διάθεση. Οι ποιητικές ανθολογίες γίνονται όλο και πιο απαραίτητες στους αναγνώστες της ποίησης, μια και η ποιητική παραγωγή στις μέρες μας αυξάνεται καθημερινά με ανεξέλεγκτους ρυθμούς. Άρα οι ανθολογίες, όσο περνά ο καιρός, θα παίζουν καθοριστικό διαμεσολαβητικό ρόλο. Θα τις χρειαζόμαστε όλο και πιο πολύ, γιατί πιθανότατα σε λίγα χρόνια οι περισσότεροι αναγνώστες θα γνωρίζουμε την ποίηση μόνο μέσα από ανθολογίες. Με αυτή την προοπτική εύχομαι αυτή η ανθολογία της Κυπριακής ποίησης να καθιερωθεί και να επανεκδίδεται τουλάχιστον ανά δεκαετία επαυξημένη και ανανεωμένη, με περισσότερες κάθε φορά πληροφορίες για τους ανθολογούμενους ποιητές.

Κυριακή 27 Ιανουαρίου 2019

ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΤΗΚΕ ΣΤΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ Η ΑΝΘΟΛΟΓΙΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΠΟΙΗΣΗΣ 1960-2018



Πραγματοποιήθηκε την περασμένη Παρασκευή στη Στέγη της Εταιρείας Λογοτεχνών Θεσσαλονίκης (ΕΛΘ), η παρουσίαση της ΑΝΘΟΛΟΓΙΑΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΠΟΙΗΣΗΣ 1960-2019, την οποία εξέδωσε ο εκδοτικός οίκος “Κύμα” , σε επιμέλεια των ποιητών Γιώργου Χριστοδουλίδη και Παναγιώτη Νικολαϊδη.
Εκπροσωπώντας την Κυπριακή Δημοκρατία, ο Πρόξενος της Κύπρου στη Θεσσαλονίκη Σπύρος Μιλτιάδης, είπε στο χαιρετισμό του ότι πρόκειται για μια σημαντική κατάθεση στα λογοτεχνικά πράγματα, όχι μόνο της Κύπρου αλλά και του Ελληνισμού και ευχήθηκε να είναι καλοτάξιδη στο μακρύ δρόμο που έχει να διανύσει.

Ο Πρόεδρος της ΕΛΘ Ηλίας Κουτσούκος επεσήμανε το γεγονός ότι οι ανθολόγοι είναι ποιητές κάτι όπως είπε, που αποτυπώνεται στις εύστοχες επιλογές των ποιητών και των ποιημάτων που έχουν περιληφθεί στην Ανθολογία. Ανέφερε ότι η Ανθολογία περιέχει δείγματα σπουδαίας δουλειάς που καταδεικνύουν το ψηλό επίπεδο της Κυπριακής Ποίησης.

Ο εκδότης του “Κύματος” Γιώργος Δάγλας σημείωσε ότι η κυπριακή ποίηση κινείται με επάρκεια σε διεθνές επίπεδο και εξέφρασε περηφάνια επειδή η αρχική ιδέα του, ευοδώθηκε και υλοποιήθηκε σε ένα βιβλίο, για το οποίο διατύπωσε την εκτίμηση ότι θα αποτελέσει ποιητικό εγχειρίδιο για το μέλλον στο οποίο πολλοί θα ανατρέχουν.

Ο Γιώργος Χριστοδουλίδης στη παρέμβαση του, μιλώντας εκ μέρους και του έτερου ανθολόγου Παναγιώτη Νικολαϊδη που δεν μπόρεσε να παραστεί, εξέφρασε ευγνωμοσύνη στο Γιώργο Δάγλα για την απόλυτη ευχέρεια επιλογών που παρείχε στους Ανθολόγους αλλά και για την αγάπη του για την Κυπριακή Ποίηση.

Ευχαριστώντας την Εταιρεία Λογοτεχνών Θεσσαλονίκης για την πρωτοβουλία της, σημείωσε ότι η εκδήλωση αποτελεί ακόμη μια γέφυρα επικοινωνίας με τον Ελλαδικό λογοτεχνικό κορμό, μέσα από μια Ανθολογία που έχει ως βασικό στόχο να αναδείξει την Κυπριακή Ποίηση σε Πανελλήνιο αλλά και Ομογενειακό επίπεδο και να θυμίσει τις ιδιαιτερότητες της αλλά και τις κοινές ρίζες της με τον ευρύτερο Ελληνισμό.

“Η Ανθολογία Κυπριακής Ποίησης 1960-2018, είναι μια άσκηση ομορφιάς, γούστου, καλαισθησίας, μια εξελικτική στο χρόνο αναζήτηση του συνολικά ωραίου, όπως αυτό εκπέμπεται σαν ορμητικός πίδακας από πολλές πηγές. Μια αισθητική ενατένιση σε έναν ολάνθιστο κήπο. Και τέτοιος είναι, πιστεύουμε, ο κήπος της ποίησης μας", ανέφερε.

Βασική ομιλήτρια στην εκδήλωση ήταν η Θεσσαλονικιά φιλόλογος-ποιήτρια Βικτωρία Καπλάνη, η οποία ανέφερε ότι η Ανθολογία απευθύνεται πρωτίστως στο ελληνικό αναγνωστικό κοινό που έχει αποσπασματική και περιορισμένη γνώση της πλούσιας ομολογουμένως παραγωγής της κυπριακής λογοτεχνίας.

Στοχεύει, είπε, να δείξει τις ποικίλες μορφές και τάσεις μιας ποίησης ανθηρής και εξελισσόμενης που συνομιλεί ισότιμα με τις ποιητικές τάσεις του σύγχρονου διεθνούς ποιητικού πεδίου αλλά και τις συγκλίσεις, τη συγγένεια και την οργανική σχέση της κυπριακής με τη νεοελληνική ποίηση.

Σημείωσε πως “το εγχείρημα του Γιώργου Χριστοδουλίδη και του Παναγιώτη ΝικολαΊδη είναι δύσκολο, αξιέπαινο και επιπλέον τολμηρό και ριψοκίνδυνο".

"Η ποιητική παραγωγή και στην Κύπρο είναι μεγάλη και καθημερινά αυξάνεται, ως εκ τούτου η πληθώρα του υλικού το καθιστά δύσκολα διαχειρίσιμο. Από την άλλη δεν νομίζω να υπήρξε ποιητική ανθολογία και μάλιστα εν ενεργεία ποιητών που να μην προκάλεσε ενστάσεις, αντιδράσεις και αντιπαραθέσεις και κυρίως προσωπικές δυσαρέσκειες", ανέφερε.

Κι εδώ, συνέχισε η κ. Καπλάνη, ο κίνδυνος ελλοχεύει, γιατί το πεδίο είναι αδιαμόρφωτο και ρευστό, τουλάχιστον για τις τρεις από τις τέσσερις γενιές που ανθολογούνται και επομένως δεν υπάρχει η ασφαλιστική δικλείδα του λογοτεχνικού κανόνα.
"Η αναγκαιότητα όμως να υπάρξει μια, όσο το δυνατόν πιο ολοκληρωμένη, καταγραφή της σύγχρονης ποιητικής παραγωγής στην Κύπρο υπερβαίνει τις όποιες διαφωνίες”, συνέχισε.

"Όπως δικαίως επισημαίνουν οι ανθολόγοι η κυπριακή ποίηση και κυρίως η νεότερη δεν είναι ακόμη τόσο γνωστή, όσο της αξίζει, στην Ελλάδα, αναγνώρισε η κ. Καπλάνη. Επεσήμανε πως μια πρώτη απόπειρα ερμηνείας αυτής της κατάστασης, αναμφίβολα πρόχειρη και εμπειρική, μας κάνει να σκεφτούμε ότι μετά τα γεγονότα του '74, αμφιθυμικές για μεγάλο χρονικό διάστημα υπήρξαν οι σχέσεις Ελλάδας και Κύπρου και συμπαρέσυραν σε μεγάλο βαθμό και τις σχέσεις των δύο λογοτεχνιών, χωρίς να αποκλείονται, βεβαίως, οι εξαιρέσεις.

Η επικρατέστερη εντύπωση για την κυπριακή λογοτεχνία, τόνισε, υπήρξε για χρόνια στερεοτυπική και εν πολλοίς παραμορφωτική. "Αντιμετωπίστηκε ως μια περιφερειακή ελληνόφωνη λογοτεχνία η οποία ασχολείται μόνο με μια πατριωτική θεματογραφία και εμμένει καθηλωμένη στο εθνικό και πολιτικό της πρόβλημα. Οπτική αφ’ υψηλού, σίγουρα άδικη και συμπλεγματικά εγωκεντρική, δηλωτική βαθύτερης άγνοιας των λογοτεχνικών πραγμάτων στη Μεγαλόνησο. Ωστόσο οφείλουμε να επισημάνουμε ότι, προϊόντος του χρόνου, η προσέγγιση αυτή δεν είναι πλέον κυρίαρχη. Την τελευταία δεκαετία το ενδιαφέρον για την ποίηση της Κύπρου έχει αυξηθεί σημαντικά", ανέφερε.

Διεισδύοντας στον πυρήνα της Ανθολογίας, η ομιλήτρια παρατήρησε: “Η πρώτη διαπίστωση που προκύπτει από την ανάγνωση αυτής την ανθολογίας είναι ότι η ποίηση στην Κύπρο καλά κρατεί. Πλούσια παραγωγή, ευρεία θεματική, μεγάλη ποικιλία ύφους, συγκερασμός παλιών και νέων μορφών ποιητικής έκφρασης, δημιουργική αφομοίωση των τεχνικών του μοντερνισμού, πειραματισμοί σε νέες τεχνικές, slam poetry, αξιοποίηση της κυπριακής διαλέκτου είτε σε συνδυασμό με την νεοελληνική γλώσσα είτε αυτόνομα".

Συνέχισε λέγοντας ότι αν υπάρχει ένα θέμα με το οποίο αναμετριούνται κατ’ αποκλειστικότητα οι Κύπριοι ποιητές, είναι βέβαια το ζήτημα της Εισβολής, της συνεχιζόμενης Κατοχής και των συνεπειών τους.

"Για το θέμα αυτό έχουμε ποιήματα από τους ποιητές όλων των γενεών μέσα από διάφορες οπτικές και με ποικίλες υφολογικές μορφές. Ποιήματα λυρικά, ελεγειακά, συμβολικά, φιλοσοφικά, πολιτικά, με συνετή χρήση της διακειμενικότητας και συχνή αξιοποίηση της μυθικής μεθόδου. Ποιήματα γραμμένα από αυτούς που βίωσαν τα τραγικά γεγονότα στην ενήλικη ζωή τους, από άλλους που τα βίωσαν στην εφηβική και παιδική τους ηλικία και από τους νεότερους που τα άκουσαν ως ιστορική αφήγηση και τα έχουν καταγράψει στα βαθύτερα στρώματα του ψυχισμού τους απ’ όπου αναδύονται απροσδόκητα και εξαιρετικά δραστικά στο λόγο τους. Μια στοιχειωμένη μοίρα που αναβλύζει αίφνης και μέσα από τους πιο περίτεχνους λεκτικούς πειραματισμούς. Το τραύμα κληροδοτείται, παραμένει ανοικτό, γίνεται πικρία, ενίοτε και ενοχή. Δεν συγχωρεί αυτούς που ξεχνούν", ανέφερε η κ. Καπλάνη.

Αναφερόμενη στις επιλογές των ποιητών και ποιημάτων που έγιναν, τόνισε ότι οι ανθολόγοι επιλέγοντας ποιήματα δημιουργών τεσσάρων γενεών, δρώντων στον παρόντα χρόνο εστιάζουν την προσοχή τους σε ποιήματα ανθρωποκεντρικά, που αναδεικνύουν την αξία της ζωής και των ανθρωπίνων σχέσεων, την ιερότητα του τόπου και τη μυθοποιημένη εκδοχή του αλλά και ποιήματα πολιτικής ηθικής που εστιάζουν στην αξία της ιστορικής μνήμης και στην καταγγελία εν γένει της πολιτικής και κοινωνικής αδικίας, Ακόμη συμπεριλήφθηκαν ποιήματα που αναφέρονται στη δύναμη και την αξία της γλώσσας και της ποίησης.

Οφείλουμε, είπε, να επισημάνουμε ότι απουσιάζουν ποιήματα ναρκισσιστικά, ποιήματα νοσηρής εγωπάθειας, εγωκεντρικού μηδενισμού ή εγωκεντρικού μεγαλείου. Η ποίηση που προκρίνεται στην ανθολογία είναι ποίηση που τείνει στο εμείς και όχι στο εγώ, υπογράμμισε.

Καταλήγοντας, η Φιλόλογος-Ποιήτρια Βικτωρία Καπλάνη, εξήρε το γεγονός ότι οι Κύπριοι ποιητές της ανθολογίας “δεν είναι αναχωρητές, πλην ελαχίστων εξαιρέσεων. Δεν αφήνουν το έργο τους στην τύχη του. Μετέχουν στα ποιητικά δρώμενα όχι μόνο εντός της νήσου, αλλά και σε διεθνή ποιητικά φεστιβάλ, σε λογοτεχνικές εκδηλώσεις, ενώ ποιήματά τους μεταφράζονται και σε άλλες γλώσσες”.

“Η ανθολογία, είπε, μπορεί να δώσει το έναυσμα για ευρύτερη μελέτη της κυπριακής ποίησης. Η φιλολογική έρευνα και στην Ελλάδα είναι καιρός να συμπεριλάβει και την κυπριακή λογοτεχνία πιο σταθερά στα ενδιαφέροντά της και να ερευνήσει τις συνδέσεις και τις συγγένειες ανάμεσα στις δύο λογοτεχνίες. Η Ελληνοκυπριακή είναι η σημαντικότερη ελληνική «περιφερειακή» ποιητική παραγωγή έξω από την Ελλάδα", ανέφερε.

Σύμφωνα με την κ. Καπλάνη, ο όρος περιφερειακή είναι μόνο γεωγραφικός. Είπε πως οι Κύπριοι ποιητές έχουν εντρυφήσει στο έργο των ποιητών του ελληνικού λογοτεχνικού κανόνα, έχουν μαθητεύσει στην ποιητική γλώσσα των μεγάλων Ελλήνων ποιητών και των Κυπρίων, και επομένως ο ισότιμος διάλογος με τους σύγχρονους Ελλαδίτες ποιητές γονιμοποιεί την Ελληνική ποιητική γλώσσα.

"Είναι καιρός να συνεξετάζονται οι ποιητές των δύο χωρών και ως μέλη της ίδιας λογοτεχνικής ιστορίας", ανέφερε.

Η εκδήλωση, την οποία συντόνιζε ο Κύπριος ποιητής Ανδρέας Καρακόκκινος, μόνιμος κάτοικος Θεσσαλονίκης και δεινός μελετητής της Κυπριακής Ποίησης, έκλεισε με αναγνώσεις ποιημάτων από την Ανθολογία, από τους λογοτέχνες Ξανθίππη Ζαχοπούλου, Δήμητρα Κουβάτα, Φιλαρέτη Βυζαντίου, Αρχοντούλα Διαβάτη και Βαγγέλη Τασσιόπουλο, και συζήτηση από τους παρισταμένους.

(ΚΥΠΡΙΑΚΟ ΠΡΑΚΤΟΡΕΙΟ ΕΙΔΗΣΕΩΝ,  27.01.2019)

Τετάρτη 9 Ιανουαρίου 2019

"Η ΛΙΜΝΗ" ΜΕ ΤΑ ΜΑΤΙΑ ΤΟΥ ΑΝΔΡΕΑ ΠΕΤΡΙΔΗ

"Αυτό το ποίημα του Χριστοδουλίδη είναι πιστεύω μια από τις ευτυχέστερες ποιητικές πραγματώσεις του. Τίποτε δεν περισσεύει, τίποτε δεν αφηγείται ισόπεδα και μονοσήμαντα...Νύξεις και συνειρμικά υπονοούμενα εκπέμπουν ένα λόγο βαθύτερα συν-υπαρξιακό...ανάγουν ένα γνώριμο της μνήμης βιότοπο, σε βαθιά οντολογικό σύμβολο. Ποίημα καθαρής αισθητικής ανιδιοτέλειας..



Η Λίμνη*

Έχει να βρέξει δυο αιώνες
κι η γη παρακαλά το νερό.


Περπατώ
εκεί όπου κάποτε ήτανε λίμνη
όπως περπατά κανείς
εκεί όπου κάποτε ήταν αγάπη.
Σκασμένο χώμα, τετραγωνικό
όσα ψάρια δεν σάπισαν
έβγαλαν πόδια
έγιναν ερπετά.
Λίμνη, της εκμυστηρεύομαι,
δεν θα μπορέσω ποτέ να ξεφύγω
από εκείνο που ήσουν
την ώρα
που απελπισμένα δέντρα
πριν γείρουν και πέσουν με ουρλιαχτό ασύλληπτο
υψώνουν τα τρομώδη χέρια τους μέχρι τον ουρανό
ξεκοιλιάζοντας τα άδεια ασκιά του.
 


 "...είναι άρτιο: Και λιτό και πυκνό και ...αρχέγονα διεισδυτικό...Κυριολεκτικό και περισσότερο γήινο στη λεκτική επιφάνεια , αλλά με καταδύσεις και απογειώσεις στη συνέχεια εντυπωσιακές"  5/12/2018
                                                         

 Α.Πετρίδης, Ποιητής, Μελετητής λογοτεχνίας
                                                                                --------

*Το ποίημα "Η Λίμνη" γράφτηκε για τη λίμνη της Αθαλάσσας  σε μια από τις εκατοντάδες οδοιπορίες μου πέριξ και μέσα στο δάσος αυτής. Γιατί τα δάση ανήκουν στις λίμνες.

Πέμπτη 27 Δεκεμβρίου 2018

ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΤΗΚΕ ΣΤΗ ΛΕΥΚΩΣΙΑ Η ΑΝΘΟΛΟΓΙΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΠΟΙΗΣΗΣ 1960-2018

Ήταν μια γιορτή της ποίησης, της κυπριακής ποίησης η παρουσιάση της ΑΝΘΟΛΟΓΊΑΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΠΟΙΗΣΗΣ 1960-2018, στο φιλόξενο Πολιτιστικό Κέντρο Στροβόλου, το βράδυ της περασμένης Παρασκευής. Των ομιλιών, ακολούθησαν απαγγελίες των παριστάμενων ποιητών. Ο εκδότης και οι ανθολόγοι ευχαριστούν ιδιαίτερα τους κορυφαίους μας ποιητές Κυριάκο Χαραλαμπίδη και Κώστα Βασιλείου όχι μόνο για την μέχρι τέλους παρουσία τους στην εκδήλωση αλλά και για τα καλά τους λόγια




Οπως αναφέρει το Κυπριακό Πρακτορείο Ειδήσεων "...η Ανθολογία στην οποία περιλαμβάνονται 47 εν ζωή Κύπριοι ποιητές, καλύπτει μια περίοδο ποιητικής δημιουργίας μισού σχεδόν αιώνα και τεσσάρων λογοτεχνικών γενιών: 1. γενιά της Ανεξαρτησίας, 2. γενιά της Εισβολής, 3. γενιά της Κατοχής και της αφθονίας, 4. νεότερη, ακόμη αδιαμόρφωτη, ομάδα ποιητών.
Ο Αναπληρωτής Καθηγητής του Ανοικτού Πανεπιστημίου δρ Αντώνης Πετρίδης σημείωσε στην ομιλία του ότι η ανθολογία την οποία δημιούργησαν οι ποιητές Γιώργος Χριστοδουλίδης και Παναγιώτης Νικολαΐδης «είναι το καινούριο μέλος μιας πολύ καλής παρέας». Είναι συγκεκριμένα η τέταρτη ανθολογία κυπριακής ποίησης που κυκλοφορεί τα τελευταία δέκα χρόνια.
Τόνισε ότι κάθε ανθολόγηση είναι βεβαίως η προσωπική διήθηση ενός πελάγους. Τα κριτήρια είναι πάντοτε και αναπόφευκτα υποκειμενικά — και όταν οι ανθολόγοι είναι ποιητές, η κρίση των κριτηρίων οφείλει να είναι λιγότερο απόλυτη. «Η ανθολογία των Χριστοδουλίδη-Νικολαΐδη συγκεντρώνει εκατοντάδες όμορφους στίχους από μια ενδεικτική γκάμα εν ζωή Ελληνοκυπρίων ποιητών και χαρακτηρίζεται από σειρά καινοτομιών στον τρόπο με τον οποίο οι στίχοι αυτοί φιλτράρονται. Παραμένει όμως πρωτίστως η αποκάλυψη της ιδιαίτερης ματιάς δύο σημαντικών ποιητών, που αντικρύζουν το έργο συγχρόνων τους — και ίσως η ανάλυση αυτού του βλέμματος να είναι το στοιχείο που θα βάλει στο μικροσκόπιό του ο γραμματολόγος του μέλλοντος. Και μην γελιόμαστε: θέλει αρετήν και τόλμην αυτή η ματιά, όταν ο ανθολόγος δεν καλύπτεται από κάποιον θεσμό (ο Τένυσον, λ.χ., ήταν Poet Laureate, όταν συνέβαλε στο Golden Treasury), ένα βραβείο-βράχο (ο Μίλοτς ήταν ήδη νομπελίστας) ή τη σχεδόν μεταφυσική αύρα που περιέβαλλε τους μεγάλους ποιητές του 19ου αιώνα, όπως ο Έμερσον και ο Λογκφέλ».
Καταλήγοντας, διερωτήθηκε: «Θα έκανε π.χ. ο ομιλών διαφορετικές επιλογές κατά τόπους ως προς τα ονόματα, τα ποιήματα, τις αναλογίες και τα σχετικά; Σαφώς! Αυτό όμως ΔΕΝ είναι το κριτήριο με το οποίο οφείλει να αξιολογήσει κανείς το βιβλίο που έχουμε σήμερα στα χέρια μας. Ισχύει πάντα αλλά για τις ανθολογίες ισχύει περισσότερο: αξιολογούμε το βιβλίο όπως έχει γραφτεί και όχι όπως θα το γράφαμε οι ίδιοι.»
Η δρ Εύα Πολυβίου, Φιλόγογος-ιστορικός, είπε ότι η ανά χείρας Ανθολογία Κυπριακής Ποίησης, 1960-2018 των Γιώργου Χριστοδουλίδη και Παναγιώτη Νικολαΐδη από τις εκδόσεις «κυμα», καλύπτει μια εκτενή περίοδο ποιητικής παραγωγής έξι δεκαετιών, από την ανεξαρτησία μέχρι τις μέρες μας, συγκεντρώνοντας για πρώτη φορά σε έναν τόμο αντιπροσωπευτικά δείγματα γραφής 47 αξιόλογων εν ζωή ποιητών οι οποίοι γράφουν στα Ελληνικά, πλην δύο εξαιρέσεων, των αγγλόφωνων ποιητών Γιώργου Ταρδίου και Στέφανου Στεφανίδη.
«Η επιλογή φυσικά,-παρατήρησε- των ποιητών και των ποιημάτων, όπως σε κάθε ανθολογία, βασίζεται αναπόφευκτα στο αισθητικό κριτήριο των ανθολόγων που, στην περίπτωσή μας, είναι και οι ίδιοι ποιητές». Πρόκειται, υπογράμμισε, ασφαλώς για ένα ιδιαίτερα φιλόδοξο εγχείρημα, το οποίο επιδιώκει να προβάλει την ελληνόγλωσση κυπριακή ποίηση και να ενθαρρύνει τη μελέτη της μέσα στο πλαίσιο της ευρύτερης ελληνικής λογοτεχνικής παραγωγής, της οποίας άλλωστε αποτελεί, όπως εύστοχα σημειώνουν οι ανθολόγοι στην Εισαγωγή τους, «ένα ανθισμένο κλαδί».
Η κα. Πολυβίου, επεσήμανε ότι η Ανθολογία Κυπριακής Ποίησης των Χριστοδουλίδη – Νικολαΐδη «αναδεικνύει ουσιαστικά τον χαρακτήρα και την αισθητική ποιότητα της κυπριακής ποίησης, όπως αυτή διαμορφώνεται σε μια σημαντική χρονική έκταση έξι δεκαετιών, και την τοποθετεί στον ευρύτερο κορμό της Ελληνικής λογοτεχνίας, στην οποία δικαιωματικά ανήκει». Ταυτόχρονα,-κατέληξε- ενισχύει τις γέφυρες επικοινωνίας με το ελληνικό αναγνωστικό κοινό και την κριτική, θέτοντας σε νέες βάσεις την πρόσληψη και μελέτη της κυπριακής ποίησης, τόσο στην Κύπρο όσο και στην Ελλάδα.
Ο Γιώργος Χριστοδουλίδης στη δική του παρέμβαση ανέφερε ότι μαζί με τον Παναγιώτη Νικολαΐδη, αισθάνεται πλουσιότερος, «διότι αντλήσαμε από την ποίηση της Κύπρου τα κέρδη των ζώντων ποιητών της και της τα επιστρέψαμε πίσω συγκεντρωμένα και με το επιτόκιο της προσπάθειας που καταβλήθηκε». Συνέχισε λέγοντας ότι «τα αδιαπραγμάτευτα υποκειμενικά κριτήρια μας εξαντλήθηκαν στο πως εμείς προσλαμβάνουμε το τι είναι ποίηση, αλλά και στο τι δεχόμαστε ότι αποτελεί ποιητική αξία, χωρίς εμείς αισθητικά να το προτιμούμε».
Καταλήγοντας είπε: η παρούσα ανθολογία είναι πρωτίστως πολλές γεύσεις. Αν το δούμε κάπως ρομαντικά είναι όπως να μπαίνει κανείς σε ένα αρωματοπωλείο. Όχι για να αγοράσει ένα μοναδικό άρωμα, αλλά για να αποκομίσει μια σπάνια ανάμειξη αρωμάτων. Οπότε πέρα από τις αυτονόητες φιλολογικές χρησιμότητες που έχει μια ανθολογία ποίησης, η Ανθολογία Κυπριακής Ποίησης 1960-2018 είναι και μια άσκηση ομορφιάς, γούστου, καλαισθησίας, μια εξελικτική στο χρόνο αναζήτηση του συνολικά ωραίου, όπως αυτό εκπέμπεται σαν ορμητικός πίδακας από πολλές πηγές. Μια αισθητική ενατένιση σε έναν ολάνθιστο κήπο. Και τέτοιος είναι, πιστεύουμε, ο κήπος της ποίησής μας...
Ο Παναγιώτης Νικολαΐδης ανέφερε ότι ετοιμάζοντας την Ανθολογία Κυπριακής Ποίησης 1960-2018, επαναβεβαιώσαμε ότι αξιοσημείωτος αριθμός Κύπριων ποιητών χρησιμοποιεί την κυπριακή διάλεκτο είτε αμιγώς είτε σε συνδυασμό με τη νεοελληνική κοινή. «Γεγονός που καταδεικνύει-επεσήμανε- ότι η κυπριακή διάλεκτος αποτελεί μέχρι σήμερα ένα ζωντανό, γλωσσικό όργανο με ανεξάντλητο, ποιητικό βάθος και πλούσια ιστορία· κι αυτό, βεβαίως, παρά τον έντονο προβληματισμό που αντιμετωπίζει μόνιμα ο Κύπριος ποιητής και αφορά κυρίως τη δυσκολία που παρουσιάζει η πρόσληψη και η αναγνώριση της σπουδαίας, κυπριακής, διαλεκτικής ποίησης από τον πανελλήνιο λογοτεχνικό κανόνα.»
Είπε ότι «αν αναλογιστούμε, μάλιστα, ότι σε αντίθεση με τα εξαίρετα έργα της κρητικής λογοτεχνίας που αγαπήθηκαν στην Ελλάδα, σημαντικότατα έργα που έχουν γραφτεί στην κυπριακή διάλεκτο παραμένουν, δυστυχώς, αδικαίωτα και αχειροκρότητα σ’ αυτή τη μακρινή γωνιά -όπως εύστοχα έχει διατυπώσει ο σημαντικότερος ποιητής της νεότερης, κυπριακής ποίησης Κώστας Μόντης- τότε ο ακανθώδης προβληματισμός γύρω από τη δυσκολία πρόσληψης και αναγνώρισης της διαλεκτικής, αλλά και γενικότερα της κυπριακής ποίησης στην Ελλάδα καθίσταται αναγκαίος. Κι αυτό γιατί, πιστεύω ακράδαντα ότι η κυπριακή ποίηση αποτελεί ανθισμένο κλαδί της ελληνικής λογοτεχνικής παραγωγής, με τις ιδιαιτερότητες και τις ιδιομορφίες της ανθρωπογεωγραφίας, του τόπου και της διαλέκτου, να λειτουργούν μόνον εμπλουτιστικά και επιβεβαιωτικά και όχι διαχωριστικά. »
Καταλήγοντας, σημείωσε ότι η Ανθολογία Κυπριακής Ποίησης 1960-2018 δεν είχε ως στόχο να αναδείξει μόνο τον ιδιαίτερο χαρακτήρα της κυπριακής ποίησης ή την αισθητική της ποιότητα, αλλά και να δημιουργήσει μια νεόδμητη γέφυρα επικοινωνίας της κυπριακής ποίησης με το ελληνικό αναγνωστικό κοινό. Και με αυτό τον τρόπο η Ανθολογία αυτή φιλοδοξεί να αποτελέσει έναυσμα, ώστε να ανανεωθεί το ενδιαφέρον για την ποίηση που παράγεται στο νησί, αλλά και χρήσιμη προσθήκη στην προβολή και μελέτη της κυπριακής ποίησης.
Ως κατακλείδα, οι παρευρεθέντες ανθολογούμενοι ποιητές, ανέγνωσαν από ένα ποίημα τους.

Στην Ανθολογία ανθολογούνται οι ακόλουθοι ποιητές:

Γιώργος Μοράρης
Κυριάκος Χαραλαμπίδης
Κώστας Βασιλείου
Μιχάλης Πασιαρδής
Ντίνα Παγιάση Κατσούρη
Πολύβιος Νικολάου
Στέφανος Κωνσταντινίδης
Ανδρέας Καρακόκκινος
Ανδρέας Πετρίδης
Ανδρέας Χατζηθωμάς
Αντώνης Πιλλάς
Γιώργος Μολέσκης
Έλενα Tουμαζή Ρεμπελίνα
Λεύκιος Ζαφειρίου
Λίλη Μιχαηλίδου
Μαρία Περατικού Κορακάκη
Μάριος Αγαθοκλέους
Μιχάλης Πιερής
Μόνα Σαββίδου Θεοδούλου
Νάσα Παταπίου
Φροσούλα Κολοσιάτου
Χρήστος Μαυρής
Αγγέλα Καϊμακλιώτη
Αλεξάνδρα Γαλανού
Ανδρέα Γεωργαλλίδης
Βάκης Λοϊζίδης
Γιώργος Καλοζώης
Γιώργος Χαριτωνίδης
Γιώργος Χριστοδουλίδης
Ελένη Κεφάλα
Ευτυχία Παναγιώτου
Ευφροσύνη Μαντά Λαζάρου
Ζέλεια Γρηγορίου
Λεωνίδας Γαλάζης
Μιχάλης Παπαδόπουλος
Νένα Φιλούση
Πάμπος Κουζάλης
Παναγιώτης Νικολαΐδης
Στέφανος Σταυρίδης
Χριστιάνα Αβρααμίδου
Ανδρέας Τιμοθέου
Αντωνίνη Σμυρίλλη
Κωνσταντίνος Παπαγεωργίου
Μαρίνα Αρμεύτη
Στέλλα Βοσκαρίδου
Γιώργος Ταρδίος
Στέφανος Στεφανίδης

Σάββατο 22 Δεκεμβρίου 2018

ΑΝΘΟΛΟΓΙΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΠΟΙΗΣΗΣ 1960-2018-ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ Γ.ΧΡ. ΚΑΙ Π.Ν. ΣΤΟΝ ΟΡΙΖΟΝΤΑ

Ερ. Ποιος ο στόχος της έκδοσης της Ανθολογίας Κυπριακής Ποίησης (1960-2018) που κυκλοφόρησε πρόσφατα;

Γ.ΧΡ.- Π.Ν. Ο στόχος μας ήταν ένας και μοναδικός: Να προβάλουμε την κυπριακή ποίηση και δη στον ευρύτερο ελληνικό χώρο. Πιστεύουμε βαθιά ότι αν διατρέξει κανείς ανάδρομα την κυπριακή ποίηση στον χρόνο, μέχρι και τις μέρες μας, θα εντοπίσει μικρά και μεγάλα ποιητικά αριστουργήματα, τα οποία δεν υστερούν σε τίποτα από αντίστοιχα τους στην ευρύτερη ελληνική και διεθνή λογοτεχνία. Δεν κομπάζουμε, αλλά όπως έχουμε αναφέρει και στην Εισαγωγή της εν λόγω ανθολογίας, «ενώ στις καλύτερές της στιγμές η κυπριακή ποίηση δείχνει επαρκώς εξοπλισμένη να αναμετρηθεί με το διηνεκές του χρόνου, παραμένει ακόμη σε σημαντικό βαθμό αδικαίωτη κι αχειροκρότητη σ’ αυτή τη μακρινή γωνιά, όπως εύστοχα έχει διατυπώσει ο σημαντικότερος ποιητής της νεότερης κυπριακής ποίησης, Κώστας Μόντης». Ως εκ τούτου, προσπαθήσαμε μέσω της ΑΝΘΟΛΟΓΙΑΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΠΟΙΗΣΗΣ 1960-2018, να αναδείξουμε όσο μπορούμε την ποιότητα που χαρακτηρίζει την ποίηση μας, να μαζέψουμε και να συγκεντρώσουμε λίγο από τον ανθό της, να ρίξουμε γέφυρες που να την ενώνουν με τον ανυποψίαστο ή υποψιασμένο ή ακόμα και πεπλανημένο, Έλληνα αναγνώστη που για διάφορους λόγους δεν την έχει ακόμα γνωρίσει ή δεν έχει σαφή εικόνα γι’ αυτήν. Να γνωστοποιήσουμε ή και να υπενθυμίσουμε σε όσους την έχουν ξεχάσει. Να φωνάξουμε, γιατί όχι, “κοιτάξτε, εδώ υπάρχει κάτι στο οποίο αξίζει κανείς, που αγαπά την ποίηση, να εγκύψει”.

Ερ. Ποιοι ποιητές ανθολογούνται; Με ποια κριτήρια έγινε η επιλογή τους;

Γ.ΧΡ.- Π.Ν. Η παρούσα ανθολογία συμπυκνώνει κοπιώδεις προσπάθειες να επιτευχθεί μια όσο το δυνατόν ευρύτερη παράθεση των πιο αξιόλογων φωνών των εν ζωή Κύπριων ποιητών, αρχής γενομένης από τη γενιά της Ανεξαρτησίας μέχρι τις μέρες μας, των οποίων, μάλιστα, η ποίηση αποτελεί είτε την αποκλειστική είτε την κυριότερη δημιουργική ενασχόλησή τους. Αυτή τουλάχιστον ήταν η αποκλειστική φροντίδα και το ειλικρινές μας μέλημα. Βασικά κριτήρια, λοιπόν, της έκδοσης ήταν πρωτίστως η ποιότητα του ποιητικού υλικού, η ικανότητα των ποιημάτων να μιλήσουν από μόνα τους, δίχως μεσολαβήσεις και ανούσιους εξωραϊσμούς, αλλά και η αντιπροσωπευτικότερη εκπροσώπηση των τεσσάρων λογοτεχνικών γενεών που παρατίθενται (1. γενιά της Ανεξαρτησίας, 2. γενιά της Εισβολής, 3. γενιά της Κατοχής και της αφθονίας, 4. νεότερη, ακόμη αδιαμόρφωτη, ομάδα ποιητών), προκειμένου η παρουσία τους να χαρτογραφεί, εν είδη πρακτικού γραμματολογικού οδηγού, τη λογοτεχνική ιστορία έξι, σχεδόν, δεκαετιών κυπριακής ποίησης. Δεν διεκδικούμε, ωστόσο, το αλάθητο. Ενδεχομένως να είχαν θέση στην ανθολογία και άλλοι ποιητές ή ποιήτριες. Αφού, όμως, αυτό ήταν αδύνατον αφενός γιατί δεν είμαστε αλάνθαστοι και αφετέρου γιατί ο χώρος ήταν περιορισμένος, ήμασταν τουλάχιστον υποκειμενικά έντιμοι, δηλαδή, δεν υπήρξε καμία σκόπιμη παράλειψη. Στη σημείο αυτό θα θέλαμε να ευχαριστήσουμε ξανά τον εκδότη, Γιώργο Δάγλα τόσο για την άψογη συνεργασία όσο και για την ελευθερία κινήσεων που μας έδωσε. Προσπαθήσαμε να τη σεβαστούμε και να την αξιοποιήσουμε προς όφελος της λογοτεχνίας και μόνον.
Οι ποιητές που συμπεριλήφθηκαν στην Ανθολογία είναι οι ακόλουθοι:
Γιώργος Μοράρης
Κυριάκος Χαραλαμπίδης
Κώστας Βασιλείου
Μιχάλης Πασιαρδής
Ντίνα Παγιάση Κατσούρη
Πολύβιος Νικολάου
Στέφανος Κωνσταντινίδης
Ανδρέας Καρακόκκινος
Ανδρέας Πετρίδης
Ανδρέας Χατζηθωμάς
Αντώνης Πιλλάς
Γιώργος Μολέσκης
Έλενα Τουμαζή Ρεμπελίνα
Λεύκιος Ζαφειρίου
Λίλη Μιχαηλίδου
Μαρία Περατικού Κορακάκη
Μάριος Αγαθοκλέους
Μιχάλης Πιερής
Μόνα Σαββίδου Θεοδούλου
Νάσα Παταπίου
Φροσούλα Κολοσιάτου
Χρήστος Μαυρής
Αγγέλα Καϊμακλιώτη
Αλεξάνδρα Γαλανού
Ανδρέας Γεωργαλλίδης
Βάκης Λοϊζίδης
Γιώργος Καλοζώης
Γιώργος Χαριτωνίδης
Γιώργος Χριστοδουλίδης
Ελένη Κεφάλα
Ευτυχία Παναγιώτου
Ευφροσύνη Μαντά Λαζάρου
Ζέλεια Γρηγορίου
Λεωνίδας Γαλάζης
Μιχάλης Παπαδόπουλος
Νένα Φιλούση
Πάμπος Κουζάλης
Παναγιώτης Νικολαΐδης
Στέφανος Σταυρίδης
Χριστιάνα Αβρααμίδου
Ανδρέας Τιμοθέου
Αντωνίνη Σμυρίλλη
Κωνσταντίνος Παπαγεωργίου
Μαρίνα Αρμεύτη
Στέλλα Βοσκαρίδου
Γιώργος Ταρδίος
Στέφανος Στεφανίδης
Αναφέρεστε σε τέσσερεις λογοτεχνικές γενιές αυτής της περιόδου. Ποιες είναι, ποια τα χαρακτηριστικά τους;

Γ.Χρ. - Π.Ν. Συμπεριλαμβάνουμε αρχικά ζώντες ποιητές από τη Γενιά της Ανεξαρτησίας· δημιουργούς, με άλλα λόγια, που ανδρώθηκαν στα χρόνια του αντιαποικιακού αγώνα της Ε.Ο.Κ.Α. και οι οποίοι εκδίδουν τα πρώτα βιβλία τους κατά τη δεκαετία του 1960 και ως το 1974. Η γενιά αυτή έδωσε σημαντικό έργο, καθώς, αφομοιώνοντας δημιουργικά τον μοντερνισμό, όπως αυτός μετακενώθηκε στην Ελλάδα κυρίως μέσα από το παράδειγμα του Σεφέρη και του Ελύτη και αξιοποιώντας παράλληλα την ειρωνική ποιητική του Καβάφη, υπερέβηκε την επίδραση του Παλαμά και της μετασυμβολιστικής ποίησης και οδήγησε τα πράγματα παραπέρα. Στη συνέχεια τη σκυτάλη παίρνει η Γενιά της Εισβολής, η οποία συγκλονισμένη από την Τούρκικη Εισβολή, την προσφυγιά, τους αγνοούμενους και την κατοχή του 37% του βόρειου μέρους του νησιού θρηνεί αρχικά και εξεγείρεται για τη συμφορά. Στη συνέχεια, ωστόσο, μαζί με τη βασική θεματική του δράματος του 1974, εναλλάσσονται υπαρξιακοί και αυτοαναφορικοί προβληματισμοί, καθώς και σατιρικές και ειρωνικές προσεγγίσεις της σύγχρονής τους κυπριακής πραγματικότητας. Η τρίτη ποιητική γενιά που εκπροσωπείται είναι η Γενιά της Κατοχής και της αφθονίας, που συμπεριλαμβάνει δημιουργούς που εκδίδουν από το 1990 μέχρι και το 2010 και έχουν ζήσει στην τρυφερή παιδική τους ηλικία το καθοριστικό ιστορικό γεγονός της διπλής τραγωδίας του 1974. Όσο, όμως, απομακρυνόμαστε τώρα χρονικά από το καθοριστικό ιστορικό γεγονός η όσο ο χρόνος απομακρύνεται και συνακόλουθα μας απομακρύνει από αυτό, το τραύμα της εισβολής αρχίζει να αντανακλάται στο έργο τους με τα χαρακτηριστικά μιας εσωτερικότερης οπτικής, η οποία όχι μόνο δεν πλήττει το αδιαπραγμάτευτο της δραματικότητάς τους, αλλά αναδεικνύει αθησαύριστα τα ποιητικά, ιστορικά και κοινωνικά της βάθη, τα οποία στερεοποιούνται με σφρίγος μέσα από τη ρέουσα ποιητική διαδικασία. Παράλληλα δεν λείπουν, οι υπαρξιακοί, φιλοσοφικοί, κοινωνικοί και αυτοαναφορικοί προβληματισμοί ούτε ο δημιουργικός διάλογος με την ελληνική και παγκόσμια ποίηση. Τέλος συμπεριλαμβάνουμε αξιόλογες φωνές από τη νέα αδιαμόρφωτη ακόμη ποιητική γενιά, η οποία με παιγνιώδη πολλές φορές διάθεση στρέφεται στη δημιουργική αφομοίωση της ποιητικής παράδοσης και σε υπαρξιακά, ποιητικά, ερωτικά και κοινωνικά θέματα.

Ερ. Γενικότερα ποια πιστεύετε είναι η χρησιμότητα κυκλοφορίας τέτοιων ανθολογίων; Τι πρέπει να χαρακτηρίζει μια ανθολογία για να είναι αντιπροσωπευτική και χρήσιμη;

Γ.ΧΡ. - Π.Ν. Τέτοιου είδους ανθολογήσεις αποτελούν μια δειγματοληπτική ποιητική καταγραφή που, ωστόσο, φιλοδοξούν να αφήσουν ισχυρό στίγμα. Οι ποιητές και τα ποιήματα που φιλοξενούνται στην ανθολογία μας, έχουν, βεβαίως, κοινά γενικά γνωρίσματα, αλλά και ουσιώδεις διαφοροποιήσεις. Η τέχνη τους πηγάζει από ένα ενιαίο χώρο, πολιτισμό, παράδοση, γλώσσα. Απ’ εκεί και πέρα, ο καθένας αρθρώνει τη δική του φωνή με τις ιδιομορφίες, την αισθητική, την ουσία και τους χρωματισμούς της. Οι πιο φτασμένοι προτείνουν μια ολόκληρη κοσμοθεώρηση μέσα από την ποίηση τους· οι νεότεροι στις καλύτερες τους στιγμές, ανανεώνουν οπτικές, αντιλήψεις και γλωσσικές προσεγγίσεις για την ποίηση, προειδοποιούν ότι έρχονται. Όλα αυτά πιστεύουμε ότι πρέπει να απεικονίζονται σε μια τέτοια ανθολογία που φιλοδοξεί να καλύψει μια χρονική περίοδο σχεδόν 60 ετών. Μια περίοδο, μάλιστα, κατά την οποία συγχρωτίστηκαν τέσσερις ολόκληρες γενιές ποιητών. Συνεπώς, η παρούσα ανθολογία είναι πρωτίστως πολλές γεύσεις. Αν το δούμε κάπως ρομαντικά, είναι όπως να μπαίνει κανείς σε ένα αρωματοπωλείο. Όχι για να αγοράσει ένα μοναδικό άρωμα, αλλά για να αποκομίσει μια σπάνια ανάμιξη αρωμάτων. Οπότε πέραν από τις αυτονόητες φιλολογικές χρησιμότητες που έχει μια ανθολογία ποίησης, η ΑΝΘΟΛΟΓΙΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΠΟΙΗΣΗΣ 1960-2018 είναι και μια άσκηση ομορφιάς, γούστου, καλαισθησίας, μια εξελικτική στον χρόνο αναζήτηση του συνολικά ωραίου, όπως αυτό εκπέμπεται σαν ορμητικός πίδακας από πολλές πηγές. Μια αισθητική ενατένιση σε έναν ολάνθιστο κήπο. Και τέτοιος είναι, πιστεύουμε, ο κήπος της ποίησής μας.


Ερ. Η ανθολόγηση σάς οδήγησε σε κάποιες διαπιστώσεις για την κυπριακή ποίηση;

Γ.ΧΡ.- Π.Ν. Η ΑΝΘΟΛΟΓΙΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΠΟΙΗΣΗΣ 1960-2018 καταδεικνύει, κατά την άποψή μας, ότι η κυπριακή ποίηση αποτελεί ανθισμένο κλαδί της ελληνικής λογοτεχνικής παραγωγής, με τις ιδιαιτερότητες, και τις ιδιομορφίες της ανθρωπογεωγραφίας, του τόπου και της διαλέκτου, να λειτουργούν, όπως είναι πεποίθησή μας, μόνο εμπλουτιστικά και επιβεβαιωτικά. Ο αναγνώστης, λοιπόν, της ανθολογίας δεν θα αργήσει, κατά την άποψή μας, να διαπιστώσει ότι και η θεματολογία της νεότερης λογοτεχνίας της Κύπρου, παρά τις όποιες μορφολογικές και υφολογικές διαφοροποιήσεις που αναπόφευκτα υπάρχουν από γενιά σε γενιά, υπήρξε πάντα προσανατολισμένη στις πολιτιστικές και ιστορικές εξελίξεις του νησιού όσο και του ελληνισμού γενικότερα. Εκτείνεται δε, συχνά, και πέραν αυτών, αγγίζοντας οικουμενικά και πανανθρώπινα ζητήματα, τα οποία αναδεικνύει άλλοτε με λυρισμό και στοχασμό κι άλλοτε με απαλή ή καυστική ειρωνεία.
Καθοριστικό, ωστόσο, ιστορικό γεγονός, που αποτελεί μέχρι και σήμερα βασική πηγή από την οποία οι Κύπριοι ποιητές αντλούν έμπνευση, είναι η διπλή τραγωδία τού 1974, καθώς και η συνεχιζόμενη τούρκικη κατοχή, που με τις ολέθριες επιπτώσεις τους σημάδεψαν ανεξίτηλα και επηρεάζουν ακόμη μέχρι τις μέρες μας κάθε πτυχή της κυπριακής καθημερινότητας και ζωής. Παράλληλα με τον κεντρικό αυτό θεματικό άξονα, οι Κύπριοι ποιητές πραγματεύονται με κριτικό και σαρκαστικό τρόπο τη ραγδαία οικονομική ανάπτυξη και καταναλωτική αλλοτρίωση της κυπριακής κοινωνίας ή ακόμη στρέφονται σε υπαρξιακά, ποιητολογικά και άλλα θέματα. Αξιοσημείωτη, επίσης, σε αριθμό ποιημάτων της ανθολογίας είναι η λογοτεχνική χρήση της κυπριακής διαλέκτου είτε αμιγώς είτε σε συνδυασμό με τη νεοελληνική κοινή. Και παρά το γεγονός ότι η χρήση της διαλέκτου αυξάνει της απαιτήσεις για τον εξωδιαλεκτικό αναγνώστη ώστε να γίνει κατανοητή, εντούτοις, πιστεύουμε ακράδαντα ότι ο ποιητικός σπινθήρας που εγκλείεται σε αυτήν είναι αδύνατον να μην λάμψει.

Τη συνέντευξη από τους Γιώργο Χριστοδουλίδη και Παναγιώτη Νικολαϊδη πήρε ο Αντώνης Γεωργίου