Παρασκευή 6 Μαΐου 2022

«ΤΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΘΡΙΑΜΒΕΥΟΥΝ ΣΤΗΝ ΑΠΟΥΣΙΑ ΜΑΣ»

 

Ομιλία της μεταφράστριας Δέσποινας Πυρκεττή κατά την παρουσίαση του GIORGOS CHRISTODOULIDES SELECTED POEMS 1996-2022 στο Σπίτι της Κύπρου, στο Λονδίνο, 5 Απριλίου 2022

 

Ας πάμε λίγο πίσω στον χρόνο. Ας πάμε στον 15ο αιώνα, τότε που στην Κύπρο είχαμε φραγκοκρατία, και ελάχιστοι ήξεραν ανάγνωση και γραφή· στις εποχές που οι λαϊκοί  παραμυθάδες διηγούνταν περιπετειώδεις ιστορίες για σταυροφόρους σε ακροατήρια που «αγροικούσαν» με αγωνία πώς επιτελούνταν τα θαύματα και οι γιατρειές. Οι ιστορίες βασίζονταν κυρίως στην παράδοση του χρονικού, δηλαδή σε αφηγήσεις ιστορικών γεγονότων. Εντούτοις, ο στόχος του μεσαιωνικού παραμυθά δεν ήταν τόσο να αποδώσει την ιστορική αλήθεια όσο να ψυχαγωγήσει: η αφήγησή του ήταν ρευστή, «εν τω γίγνεσθαι», και προσαρμοζόταν κυρίως στις αυθόρμητες αντιδράσεις των ακουόντων.

Επικαλούμαι τη ρευστότητα της λαϊκής αφήγησης προκειμένου να την παραλληλίσω με το έργο της μεταφράστριας λογοτεχνίας. Η (προφορική) λαϊκή αφήγηση στην Κύπρο τής φραγκοκρατίας ενείχε μεταποίηση του πρωτότυπου υλικού, μέσα από τη σύμμειξη γεγονότων και επινοήσεων, ώστε να αναδεικνύεται η παραστατική δυναμική της ιστορίας, η επιτελεστικότητά της. Οι παραμυθάδες μεθερμήνευαν παλιές ιστορίες μέσα από τον φακό του εκάστοτε ακροατηρίου, και τις απέδιδαν ομόχρονα με τρόπο συναρπαστικό. Σημειώστε ότι οι όροι ερμηνεία και απόδοση εμπίπτουν και στη μεταφρασιολογία. Ακόμη και αν θέλουμε να αποσιωπήσουμε την παρεμβατική λειτουργία της μεταφράστριας, κρινόμαστε εκ του αποτελέσματος.

Τα μεταφράσματα, όπως και τα πρωτότυπα, αποτελούν εν πολλοίς απότοκα προσωπικής, δημιουργικής διαδικασίας: μιας διαδικασίας την οποία όλοι εφαρμόζουμε, είτε συνειδητά είτε ασυναίσθητα. Στις καθημερινές μας συναλλαγές, μήπως δεν εξηγούμε ή παρεξηγούμε γεγονότα, συμβάντα και συναισθήματα, προκειμένου να τα αναδιηγηθούμε; Μήπως δεν μεταφράζουμε όλοι τις εμπειρίες μας και τις εμπειρίες των άλλων; Αν ναι, τότε δεν θα ήταν άσκοπο και μάλλον αυθαίρετο εκ μέρους των διακόνων της λογοτεχνίας και της μετάφρασης να διεκδικούν τα εύσημα ενός ανάλλακτου αφηγήματος; Ή να υποθέτουν ότι υπάρχει πάντα ένα σταθερό νόημα το οποίο πρέπει να μεταδίδεται απαρέγκλιτα, ενδογλωσσικά ή και διαγλωσσικά;

Εξ ορισμού, η έννοια της μετάφρασης προϋποθέτει κίνηση, και η κίνηση προϋποθέτει μετατόπιση και αναστάτωση. Η μεταφορά ενός πολυσύνθετου συνόλου λεκτικών, εικονικών και συμβολικών σημείων σε ένα άλλο σύστημα συνιστά πράξη μεταμόρφωσης που δεν θα έπρεπε να προσδιορίζεται με όρους απώλειας ή κέρδους, αλλά ως διαδικασία υλοποίησης μιας καινής πρόσληψης. Όταν φεύγεις από ένα σημείο, αφήνεις πίσω τη χειροπιαστή μορφή της εμπειρίας που σε συντηρούσε εκεί. Την αφήνεις πίσω, αλλά δεν την αποβάλλεις εντελώς. Νομίζω πως όλοι μας μεταφέρουμε ίχνη του πώς, πού και ποιοι ήμασταν κάποτε, κι αυτά τα ίχνη είναι ενσωματωμένα στις παρούσες και στις μελλοντικές μας εκδοχές. Συνηχούν με όσα λέμε και με όσα γράφουμε, ειδικά αν γράφουμε ή μεταφράζουμε ποίηση. Μεταχειριζόμαστε σχήματα λόγου για να αναδείξουμε την πολυσημία της έκφρασής μας, τα κίνητρα πίσω από την πρόθεσή μας να επικοινωνήσουμε με τους άλλους, να τους εξηγήσουμε τι άνθρωποι είμαστε και τι έχουμε περάσει.

Το 2017 είχα τη χαρά να μεταφράσω έναν Κύπριο ποιητή, γέννημα-θρέμμα Λονδίνου, άρα φυσικό ομιλητή της αγγλικής, τον Γιώργο Ταρδίο. Η  μητρική γλώσσα τού Ταρδίου, με την έννοια της γλώσσας της μητέρας του, είναι τα κυπριακά. Όταν λοιπόν, γράφει τη δεύτερή του ποιητική συλλογή, με τίτλο «Κουμπωμένα Σχήματα», αποτίνοντας φόρο τιμής στους πρώτους Κύπριους μετανάστες  στο Λονδίνο, τη δεκαετία του 1930, ο Ταρδίος υπαινίσσεται τη βαθιά αναστάτωση της χωρικής, λεκτικής και συναισθηματικής μετατόπισης. Γράφει καλοφτιαγμένους, υποβλητικούς, κάποτε κρυπτικούς στίχους σε άψογα αγγλικά, αλλ’ όμως εμποτισμένα με την κυπριακή του καταγωγή. Μπορεί ο ισχυρισμός μου να ακούγεται αίολος, όμως σας βεβαιώνω ότι το αγγλικό πρωτότυπο  του ποιητή Γιώργου Ταρδίου περιέχει ως εκ θαύματος την ελληνική του μετάφραση. Παραδείγματος χάριν, το ποίημα με τον σκοτεινό τίτλο «Alien Light» διηγείται την ιστορία ενός λεβέντη από τη Μόρφου που μεταβαίνει με το γαϊδούρι στη Λάπηθο για να παντρέψει τον καλύτερό του φίλο. Εκεί σμίγει με τη νύφη, τον ανακαλύπτουν οι χωριανοί, και τον εξοστρακίζουν. Μια βδομάδα μετά, φτάνει πίσω στο χωριό του, σαλεμένος, δεμένος ανάποδα πάνω στο γαϊδούρι, με το βλέμμα στραμμένο στην ουρά του ζώου. Το όνομά του είναι Ξενοφών – «ξένη φωνή» στα αρχαία ελληνικά – Ξενοφώς στα κυπριακά. Ξένο φως. Alien Light.


 

Μιλάμε με μεταφορές για να απευθυνθούμε στο συναίσθημα του ακροατή ή στη λογική του. Κάνουμε παραλληλισμούς για να διευρύνουμε την αφήγηση, επαναλαμβάνουμε για να τονίσουμε ένα σημείο, συγκρίνουμε για να αποσαφηνίσουμε. Σαν τους παραμυθάδες, κόβουμε και ράβουμε αποσπάσματα στον βασικό κορμό της εξηγήσεως για να συνεννοηθούμε, για να συνδεθούμε. Κι αυτό είναι κάτι που εφαρμόζουμε ως εφήμερα όντα με δέος για τον βραχύ μας βίο, αλλά και με αποθαυμασμό για τη μακρά τέχνη των ανθρώπων. Τα ποιήματά μας και τα μεταφρασμένα μας ποιήματα θα είναι εδώ για πολύ καιρό μετά τη διάβασή μας – μπορεί μάλιστα να θριαμβεύσουν στην απουσία μας. Αν προσπαθήσουμε να τα μονώσουμε στα στεγανά της συγγραφικής πρόθεσης ή της μεταφραστικής πιστότητας θα είναι σαν να περιφρονούμε τις ανθοφόρες ταξιανθίες που φύονται ξανά και ξανά στις διακλαδώσεις του ποιήματος, κάθε φορά που του λαχαίνει να θάλλη σε άλλη γλώσσα.

Μιλάω για τη μετάφραση με μια πολύ συγκεκριμένη αφορμή: τη συναγωγή εκατό ποιημάτων του Γιώργου Χριστοδουλίδη, μεταφρασμένων στα αγγλικά, σε έναν τόμο που καλύπτει 25 χρόνια αδιάλειπτης παρουσίας στην ποίηση. Ό,τι προτείνω πιο πάνω σε σχέση με τη μεταφραστική θεωρία και πρακτική δεν θα ακουγόταν τόσο ακόπιαστο επί του πρακτέου αν δεν αφορούσε τη συγκεκριμένη ποίηση και τον συγκεκριμένο ποιητή. Το γεγονός ότι ο Γιώργος μού πρόσφερε απόλυτη ελευθερία ερμηνείας και μετάπλασης του έργου του μέσα από τις δικές μου προσλαμβάνουσες, αποτελεί αφενός παρεπόμενο μιας βαθιά ανθρώπινης ανάγκης για ερμηνεία και απόδοση, και αφετέρου αδιάσειστο τεκμήριο γόνιμης συζευκτικής πράξης.

Σημείωση: Το κείμενο αποτελεί ελληνική απόδοση της αγγλικής εισήγησης που εκφωνήθηκε στην παρουσίαση του βιβλίου George Christodoulides, Selected Poems 1996-2021 (Εκδόσεις Αρμίδα, 2021) στους χώρους της Υπάτης Αρμοστείας της Κύπρου στο Λονδίνο, τον Απρίλη του 2022. Ο τίτλος προέρχεται από το Χρονικόν του Λεόντιου Μαχαιρά, § 242.

“AS THEY FALL, THE SENTENCE OPENS A PARACHUTE TO LAND SAFELY; THE VERSE REALIZES IT HAS WINGS TO FLY”

 MY SPEECH ON POETRY AT GIORGOS CHRISTODOULIDES SELECTED POEMS 1996-2022 BOOK LAUNCH

CYPRUS HIGH COMMISSION

LONDON, UK: 5 APRIL 2022

 

Good evening, dear friends.


I’ve always felt it’s better to let my poems speak for me, but this is a special occasion. I have seen poems of mine translated before, but it is the first time such a wide selection of my work comes out in a foreign language. In itself, this re-reading puts my poems, especially those written 20-25 years ago, to the test of time – and I don’t only mean the past, but also the future: if present-day poems can strike a chord with future readers, then I suppose that the poet is vindicated in a way: he is rescued along with his poems.

The door to this edition opened thanks to my editor, Haris Ioannides of Armida Publications, and to my gifted translator. I approach these Selected Poems first as a reader and only secondly as the poet who wrote them. I believe in the fluidity of art, in the potential of a work of art – whether it be a poem, a novel or a painting – to become reinterpreted, remodelled or enriched in the course of time. Yes, it may also be “relocated” in the sense of departing from its original intention, even more so when it sustains the complexities of translation. But there’s always movement in this process, there’s always  a sense of constant change that has kept humanity alive for so many centuries. I bring to mind the first Cypriot immigrants to the United Kingdom in the 1950s, their movement across, and I have this hope that their descendants will read this book as a way of picking up the threads of a long, shared story.

I strongly believe that everything comes to an end without ever ceasing to exist. It carries on in the form of a sparkle or a molecule of energy that enters the genes of the next generation of people and things. In fact, this is such a wonderful human ability: to assimilate the rupture caused by an ending, and to fashion it into a revived utterance. I write poetry in order to give voice to people and things whose voice was taken away from them; to acknowledge their silence as part of my own voice. I write because it enables me to make up a universe of shared symbols and codes, rearranged and metanorphosed in tune with my own worldview.

At this point, please allow me to read one of my  poems, where the merging of humans, trees and animals is lifted off the bleak setting to suggest a new form of survival: “The case of the word sempre in Lake Tampo”.

 

The case of the word sempre in lake Tampo

 

A cedar tree is crying on the shores of frozen lake Tampo,

looking forlornly at the lake and crying,

its branches dripping sobs.

Ripples emerge through the cracks of the lake.

The lake gives them back as volatile panting wails,

all the more to upset the cedar tree.

The lake weeps, ice screeches.

A cedar tree is crying on the shores of frozen lake Tampo

because it was once a man who lost his gender, his name;

because the lake was the woman he loved,

but the time had come for people to transform,

forfeiting their gender first,

to become trees, to become lakes --

the most hardened would become mountaintops,

those with the most suffocating melodies

would melt in the oceans,

and the thickest-skinned would become piles and mine walls,

and no one would ever meet anyone again,

and no one would ever be able to hurt anyone,

nor would they be able, during periods of great affliction,

to console each other

on the loss of gender, the leaking of form.

Just like now,

the cedar tree crying,

the lake yearning,

both helpless to come closer,

what with the adamant word sempre

between them.

 

I am a journalist by profession. I have been trained to report the truth as clearly and succinctly as possible. It is a useful profession, when performed with humility and sincerity. I am also a poet, fascinated with verbal illusions, the ability of words to transcend reality, to expand it. In between the two – journalist and poet, truth and illusion – I can hear the thud of words falling to the ground. But I have read and written poetry for many years, and I can tell you with certainty that the difference between a sentence and a verse is that, as they fall, the sentence opens a parachute to land safely; the verse realizes it has wings to fly.

Thank you all for being here, I am deeply grateful.

 

Giorgos Christodoulides

 

«Η ΔΙΑΦΟΡΑ ΤΗΣ ΠΡΟΤΑΣΗΣ ΑΠΟ ΤΟ ΣΤΙΧΟ ΕΙΝΑΙ ΟΤΙ Η ΠΡΩΤΗ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΠΤΩΣΗ ΑΝΟΙΓΕΙ ΑΛΕΞΙΠΤΩΤΟ ΕΝΩ Ο ΔΕΥΤΕΡΟΣ ΑΝΑΚΑΛΥΠΤΕΙ ΟΤΙ ΕΧΕΙ ΦΤΕΡΑ»

 Ομιλία Γιώργου Χριστοδουλίδη κατά την παρουσίαση του GIORGOS CHRISTODOULIDES SELECTED POEMS 1996-2022 στο Σπίτι της Κύπρου, στο Λονδίνο, 5 Απριλίου 20222

 


 

Πάντα πίστευα ότι είναι καλύτερα να μιλούν τα ποιήματα μου παρά εγώ για αυτά. Όμως, αυτή η έκδοση αποτελεί ένα σταθμό για μένα.

 

Ποιήματα μου έχουν μεταφραστεί και σε άλλες γλώσσες, είναι όμως η πρώτη φορά που μια τόσο διευρυμένη επιλογή επιχειρεί τέτοια οδοιπορία σε ξένη γλώσσα. Με φέρνει σε ένα διάλογο με την προγενέστερη ποίησή μου αλλά και με τον χρόνο, δοκιμάζοντας να αφουγκραστώ τις διαθέσεις του απέναντι στο έργο μου. Αν όσα γράφουμε εμείς οι ποιητές καταφέρουν να κερδίσουν την προσοχή του μελλοντικού αναγνώστη – που θα ανατρέξει στην εποχή μας και ενδεχομένως να συναντήσει ποιήματά μας τότε αυτό θα σημαίνει πως μπορέσαμε κάτι. Αυτό για μένα είναι η πραγματική ιστορία της ποίησης και έτσι διασώζεται το ποίημα, ο ποιητής και ο αναγνώστης.

Μια τέτοια έκδοση σε κάνει να αναστρέφεις το βλέμμα στο δρόμο που διανύθηκε. Διερωτάσαι τι έκανες μέχρι τώρα και αν αυτό αφορά  τον αγγλόφωνο αναγνώστη. Είναι μια πόρτα που άνοιξε χάρη στη μεταφράστρια των ποιημάτων, Δέσποινα Πυρκεττή, και τον εκδότη της Αρμίδας, Χάρη Ιωαννίδη, τους οποίους ευχαριστώ. Η Δέσποινα εφαρμόζει μιαν ιδιαίτερη μεταφραστική πρακτική, αφουγκράζεται φωνές, που στο πρωτότυπο μπορεί να μην ήταν παρά ψίθυροι, και τις ενσωματώνει μέσα στις ιδιαίτερες περιστάσεις της γλώσσας υποδοχής. Η μετάφραση μεταφέρει τους στίχους μου στις όχθες της αγγλικής, όπως τα πλοία τούς Κύπριους μετανάστες στην Αγγλία τη δεκαετία του ‘50. Εύχομαι όσοι  αγγλόφωνοι αναγνώστες προσεγγίσουν το βιβλίο μου, να ανακαλύψουν στο νησί μας γράφεται ποίηση που δεν την ήξεραν και τώρα θα θέλουν να την μάθουν.

Η μεταφραστική δεινότητα της Δέσποινας διασφάλισε ότι η ποίησή μου θα διατηρούσε τους κώδικές της μέσα σ’ ένα νέο κέλυφος. Κάθε γλώσσα περιέχει ένα καταπίστευμα ποίησης που συσσωρεύτηκε μέσα από τους αιώνες. Η Δέσποινα ενεργοποίησε τα βασικά αντανακλαστικά της αγγλικής, τους πιο ανεκτικούς κανόνες υποδοχής, ώστε να δεχθεί τους στίχους μου. Όταν διαβάζω την αγγλική μετάφραση αισθάνομαι ότι, εντός της, η ποίησή μου ενδημεί και δεν εκδημεί. Βλέπω τα ποιήματά μου να αναπνέουν μέσα σε μια συνθήκη ευρυχωρίας, μουσικότητας και κομψής ρυθμικότητας. 

 

Είμαι της άποψης ότι όλα τελειώνουν χωρίς τίποτα να παύει να υπάρχει. Την ώρα που νομίζεις ότι κάτι τελειώνει, αυτό έχει μεταλαμπαδευτεί είτε σαν φλόγα, είτε σαν ενέργεια, είτε σαν ατίμητο πύκνωμα, ενσωματωμένο στο γονιδίωμα, στην επόμενη γενιά, στον επόμενο αιώνα. Αυτή η υπέροχη δυνατότητα, η οποία διασφάλισε μέχρι τώρα τη συνέχειά μας ως ανθρώπινο είδος, ακόμη και στις πιο αντίξοες, απάνθρωπες συνθήκες, σήμερα διακυβεύεται επειδή ο άνθρωπος καταστρέφει πολύτροπα και σχεδόν μη αναστρέψιμα το σπίτι-πλανήτη του. Όμως, δεν πιστεύω στον αφανισμό, πιστεύω στην προοπτική διάσωσης.

 

Σε περίοπτη θέση στην ποίηση μου είναι οι άνθρωποι του κοινωνικού αλλά και του υπαρξιακού περιθωρίου. Θέλω μέσα από την ποίησή μου να τους ανασύρω και να τους ονομάσω ξανά. Είναι τόσο μεταφυσικά αποσιωπημένοι, που μόνο μέσα σε στίχους μπορώ να τους διακρίνω καθαρά. Δεν το κάνω ακριβώς με αυτή την πρόθεση, άλλωστε η ποίηση δεν έχει στρατηγικούς σκοπούς, προκύπτει όμως, όπως προκύπτει η ανάγκη να ανοίξεις την πόρτα σου σε έναν τσακισμένο άνθρωπο, όχι επειδή είσαι εξ ορισμού πονόψυχος, αλλά επειδή εσύ πάνω απ’ όλα έχεις ανάγκη να σε αφυπνίσει η δυστυχία του.

 

Ένα ποίημα ολοκληρώνεται σε χρόνο πολύ λιγότερο από τον χρόνο που χρειάζεται μέχρι να διαβαστεί από τον αναγνώστη. Ο αναγνωστικός χρόνος μετριέται με χρόνια και δεκαετίες. Η μεγάλη λογοτεχνία και η αίσθηση μιας προαιώνιας υπαρξιακής οφειλής σε αυτούς που εξέλειπαν και σε εκείνους που θα προσέλθουν, με διαμόρφωσαν ως ποιητή, αλλά κυρίως, ως άνθρωπο.

Σε πρόσφατη συνέντευξη μου πριν τον πόλεμο στην Ουκρανία είχα πει ότι σε μια εποχή που η αξία της ανθρώπινης ζωής κυμαίνεται όπως οι συναλλαγματικές τιμές στα διεθνή χρηματιστήρια, γράφω ποίηση με την αναπνοή του ετοιμοθάνατου, αυτού που του επιτρέπεται να ρίχνει στα πράγματα μια τελευταία ματιά.

 


Γράφω ποίηση για χίλιους λόγους που είτε δεν τους έχω ανακαλύψει είτε τους ανακαλύπτω στην πορεία. Ίσως να γράφω ποίηση και όχι μόνο δημοσιογραφικά κείμενα επειδή η διαφορά μιας πρότασης μονότονης, αδιαπότιστης, από το στίχο ,είναι ότι η πρώτη κατά την πτώση ανοίγει αλεξίπτωτο ενώ ο δεύτερος ανακαλύπτει ότι έχει φτερά. Γράφω ποίηση επειδή μου δίνει την ευκαιρία να επιχειρήσω να φτιάξω ένα κόσμο ή ένα σύμπαν με δικά μου σύμβολα και κώδικες που ωστόσο θα είναι κατανοητός και από τον αναγνώστη αλλιώς δεν θα είχε σημασία.

 

Αποπειρώμαι να πείσω τις λέξεις να ομολογήσουν τα πιο βαθιά τους μυστικά να με εμπιστευτούν και να μου αποκαλύψουν ανεξερεύνητα πεδία και δυνατότητες της γλώσσας. Εν τέλει, να επινοήσω μια γλώσσα η οποία να βγάζει νόημα μόνο αν είναι ποιητική. Επιδιώκω το ανέφικτο, δηλαδή οι στίχοι μου να μπορούν να καρφώνονται στον άνεμο. Για να συμβεί αυτό πιστεύω ότι η τέχνη πρέπει να είναι τρομαχτική για να σε κάνει να συνέρχεσαι από την πραγματικότητα. Γράφω ποίηση- σημαίνει φωτίζω κάτι που βρίσκεται ολότελα εκτός του ποιήματος. Κάτι που είναι παντού, αλλά αποκτά υπόσταση μόνο όταν αποκαλυφθεί. 

Φοβάμαι ότι ο κόσμος θα καταστραφεί όταν οι άνθρωποι για κάποιο λόγο δεν θα είναι σε θέση να αγαπούν δηλαδή να δίνουν και να λαμβάνουν αγάπη. Γράφοντας ποίηση αισθάνομαι ότι απομακρύνω αυτό τον κίνδυνο τουλάχιστον από μένα ίσως και από άλλους που τυγχάνει να με διαβάσουν. Ο Τολστόι είχε ομολογήσει ότι καταλαβαίνει τον κόσμο αποκλειστικά μέσα από τη διαδικασία της αγάπης. Αν για κάποιο λόγο δεν μπορεί να αγαπήσει κάτι, δεν μπορεί ούτε να το κατανοήσει. 

 

Η περίπτωση της λέξης πάντα στη λίμνη Τάμπο

 

Ένα κέδρο κλαίει στις όχθες της παγωμένης λίμνης Τάμπο

κοιτάζει απελπισμένα τη λίμνη και κλαίει

από τα κλαδιά του στάζουν αναφιλητά

ανατριχιάσματα σχηματίζονται στην επιφάνεια της λίμνης

η λίμνη τα επιστρέφει ως ευμετάβλητους ανασασμούς λυγμών

το κέδρο περισσότερο αναστατώνεται

η λίμνη βουρκώνει

οι πάγοι τρίζουν.

Ένα κέδρο κλαίει στις όχθες της λίμνης Τάμπο

επειδή κάποτε ήταν άνδρας που έχασε το φύλο του, το όνομά του

επειδή η λίμνη ήταν η γυναίκα που αγάπησε

αλλά είχε έρθει η ώρα oι άνθρωποι να μετατραπούν

αφού πρώτα απωλέσουν το φύλο τους

να γίνουν δέντρα, να γίνουν λίμνες

οι πιο σκληροί να γίνουν βουνοκορφές

αυτοί με τις πιο αποπνικτικές μελωδίες

να λιώσουν μέσα στους ωκεανούς

κι οι πιο χοντρόπετσοι υποστήλια και τοιχώματα ορυχείων

και κανείς πια δεν θα συναντά κανένα

αλλά και κανείς δεν θα μπορεί να βλάψει κανένα

ούτε θα μπορούν σε περιόδους μεγάλης οδύνης

να παρηγορούν ο ένας τον άλλο

για την απώλεια του φύλου, για τη διαρροή της μορφής

όπως τώρα

το κέδρο που κλαίει

η λίμνη που θέλει

ανήμποροι να πλησιαστούν

με την αμετακίνητη λέξη πάντα

ανάμεσά τους.

 

Η αγάπη για την ομορφιά της ζωής, στην πιο οικουμενική της έννοια, επιμελείται τη διαρκή εξύψωση του ανθρώπου και θεμελιώνει τις πιο αδιαπραγμάτευτες αρετές της ανθρώπινης ύπαρξης. Χωρίς την ικανότητα να αγαπήσει λυτρωτικά και σωτήρια, το ανθρώπινο είδος θα απομείνει ένα θηρίο που απλώς θέλει να επιβιώσει, και θα αφανιστεί. Οτιδήποτε αντίκειται στην αγάπη είναι ασύμβατο με την ανθρώπινη φύση, συνεπώς, υπονομευτικό της συνέχειάς της.

Γράφω ποίηση επειδή μπορώ ακόμη να αγαπώ δίχως να μην αγαπιέμαι.

Γιώργος Χριστοδουλίδης